Δικαιώματα των γυναικών είναι τα δικαιώματα και οι απαιτήσεις που αξιώνονται για τις γυναίκες και τα κορίτσια πολλών κοινωνιών ανά τον κόσμο και αποτελούν τη βάση για το γυναικείο κίνημα για τα δικαιώματα κατά τον δέκατο ένατο αιώνα και το φεμινιστικό κίνημα κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα. Σε ορισμένες χώρες, τα δικαιώματα αυτά θεσμοθετούνται ή υποστηρίζονται από το νόμο, τα τοπικά έθιμα και τη συμπεριφορά, ενώ σε άλλες μπορεί να αγνοηθούν ή να κατασταλούν. Διαφέρουν από τις ευρύτερες έννοιες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μέσω ισχυρισμών μιας εγγενούς ιστορικής και παραδοσιακής προκατάληψης κατά την άσκηση των δικαιωμάτων των γυναικών και των κοριτσιών, υπέρ των ανδρών και των αγοριών.
Ζητήματα που συνδέονται συνήθως με τις έννοιες των δικαιωμάτων των γυναικών περιλαμβάνουν, αν και δεν περιορίζονται σε αυτά, στο δικαίωμα: για σωματική ακεραιότητα και αυτονομία, να είναι ελεύθερες από σεξουαλική βία, να ψηφίζουν, να κατέχουν δημόσια αξιώματα, να συνάπτουν νομικές συμβάσεις, να έχουν ίσα δικαιώματα στο οικογενειακό δίκαιο, να δουλεύουν, να αμοίβονται με δίκαιους μισθούς ή ίση αμοιβή, να έχουν αναπαραγωγικά δικαιώματα, να έχουν ιδιοκτησία, να μορφώνονται.
Τμήμα από μία σειρά για τον |
Φεμινισμό |
---|
Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Αρχαίες κουλτούρες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Παρά το γεγονός ότι τα αρσενικά φαίνεται να έχουν κυριαρχήσει σε πολλούς αρχαίους πολιτισμούς, υπάρχουν και κάποιες εξαιρέσεις. Για παράδειγμα, οι γυναίκες στον πολιτισμό της Νιγηρίας Aka μπορούσαν να κυνηγούν, ακόμα και μόνες τους και συχνά να έχουν τον έλεγχο της διανομής των πόρων.[1] Η Αρχαία Αίγυπτος είχε γυναίκες μονάρχες, όπως η Κλεοπάτρα.
Κίνα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Οι γυναίκες σε όλη την ιστορική και αρχαία Κίνα θεωρήθηκαν κατώτερες και είχαν υποδεέστερο νομικό καθεστώς με βάση το Κομφούκιου νόμο.[2] Στην Αυτοκρατορική Κίνα, οι ηθικές αξίες των Τριών Ταγμάτων παρότρυνε τις κόρες να υπακούν τους πατέρες τους, τις γυναίκες να υπακούν τους συζύγους και τις χήρες να υπακούσουν τους γιους τους. Οι γυναίκες δεν μπορούσαν να κληρονομήσουν τις επιχειρήσεις ή τον πλούτο[2] και οι άνδρες έπρεπε να υιοθετήσουν ένα γιο για τέτοιους οικονομικές σκοπούς.[2] Ο μετέπειτα αυτοκρατορικός νόμος διέθετε επίσης επτά διαφορετικούς τύπους διαζυγίων. Μια σύζυγος μπορούσε να εκδιωχθεί αν δεν γεννούσε ένα γιο, διέπραττε μοιχεία, δεν πειθαρχούσε στα πεθερικά της, μίλησε υπερβολικά, έκλεβε, είχε εξάρσεις ζήλιας ή έπασχε από ανίατη ή σιχαμερή ασθένεια ή διαταραχή.[2] Αλλά υπήρχαν και όρια για το σύζυγό της, όπως για παράδειγμα δεν θα μπορούσε να τη χωρίσει αν τηρούσε τους τόπους πένθους των πεθερικών της, αν δεν είχε καμία οικογένεια για να επιστρέψει, ή αν η οικογένεια του συζύγου ήταν φτωχή και από τότε που παντρεύτηκαν έγινε πλουσιότερη.[2]
Η θέση των γυναικών στην Κίνα ήταν επίσης χαμηλή σε μεγάλο βαθμό λόγω της συνήθειας του δεσίματος των ποδιών (foot binding).[εκκρεμεί παραπομπή] Περίπου το 45% των Κινέζων γυναικών είχε δεμένα πόδια τον 19ο αιώνα. Για τις ανώτερες τάξεις, το ποσοστό ήταν σχεδόν 100%. Το 1912, η κινεζική κυβέρνηση διέταξε την παύση του εθίμου του δεσίματος των ποδιών που είχε ως αποτέλεσμα της αλλοίωσης της δομής των οστών, έτσι ώστε τα πόδια να είναι μόνο περίπου 4 ίντσες σε μήκος. Τα δεμένα πόδια προκαλούσαν δυσκολία κινήσεων, περιορίζοντας έτσι σημαντικά τις δραστηριότητες των γυναικών.
Εξαιτίας του κοινωνικού εθίμου που οι άνδρες και οι γυναίκες δεν έπρεπε να είναι κοντά ο ένας στον άλλο, οι γυναίκες της Κίνας ήταν απρόθυμες να θεραπεύονται από άνδρες γιατρούς της Δυτικής Ιατρικής κάτι που δημιούργησε την τεράστια ανάγκη για γυναίκες γιατρούς της Δυτικής ιατρικής στην Κίνα. Έτσι, η γυναίκα ιεραπόστολος-γιατρός Δρ Μαίρη H. Φούλτον (1854-1927)[3] εστάλη από το Διοικητικό Συμβούλιο των Ξένων Αποστολών της Πρεσβυτεριανής Εκκλησίας (ΗΠΑ) για να ιδρύσει την πρώτη Ιατρική σχολή για γυναίκες στην Κίνα, γνωστή ως Hackett Medical College για γυναίκες (夏葛 女子 醫學院)[4][5] που βρισκόταν στη Guangzhou, της Κίνας και λειτουργούσε χάρις μια μεγάλη δωρεά από τον Edward Α.Κ. Hackett (1851-1916) από την Ιντιάνα στις ΗΠΑ. Το Κολέγιο είχε ως στόχο την εξάπλωση του Χριστιανισμού και της σύγχρονης ιατρικής και την ανάδειξη της κοινωνικής κατάστασης των Κινέζων γυναικών.[6][7]
Κατά τη διάρκεια της Δημοκρατίας της Κίνας (1912-1949) και παλαιότερων κινεζικών κυβερνήσεων, οι γυναίκες αγοράζονταν νόμιμα και πωλούνταν ως σκλάβες με το πρόσχημα των οικιακών βοηθών. Αυτές οι γυναίκες ήταν γνωστές ως Mui Tsai. Οι ζωές των Mui Tsai καταγράφηκαν από την Αμερικανίδα φεμινίστρια Άγκνες Σμέντλεϊ στο βιβλίο της "Πορτρέτα των γυναικών της Κίνας στην Επανάσταση".[8]
Ωστόσο, το 1949 η Δημοκρατία της Κίνας είχε ανατραπεί από κομμουνιστές αντάρτες με επικεφαλής τον Μάο Τσε Τουνγκ και η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας ιδρύθηκε το ίδιο έτος. Τον Μάιο του 1950, η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας θέσπισε το νόμο του Νέου Γάμου για την αντιμετώπιση της πώλησης των γυναικών στη σκλαβιά. Αυτό έθεσε εκτός νόμου τον γάμο δι' αντιπροσώπου και θεωρούσε νόμιμο το γάμο εφ' όσον και οι δύο σύζυγοι συναινούσαν. Ο Νόμος για τον Νέο Γάμο αύξησε την νόμιμη ηλικία γάμου στα 20 χρόνια για τους άνδρες και στα 18 για τις γυναίκες. Αυτό ήταν ένα ουσιαστικό μέτρο μεταρρύθμισης της αγροτικής υπαίθρου, μιας και οι γυναίκες δεν μπορούσαν πλέον να πωλούνται νόμιμα σε γαιοκτήμονες. Το επίσημο σύνθημα ήταν «Οι άνδρες και οι γυναίκες είναι ίσοι, ο καθένας (ή καθεμία) αξίζει το αλάτι του».[9]
Ελλάδα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Παρά το γεγονός ότι οι περισσότερες γυναίκες δεν είχαν πολιτικά και ίσα δικαιώματα στην Αρχαία Ελλάδα, απολάμβαναν κάποια ελευθερία κινήσεων μέχρι την Αρχαϊκή εποχή.[10] Υπάρχουν εγγραφές για γυναίκες στους αρχαίους Δελφούς, Γόρτυνα, Θεσσαλία, Μέγαρα και Σπάρτη να είναι ιδιοκτήτριες γης, η πιο περίοπτη μορφή ιδιωτικής περιουσίας εκείνη την εποχή.[11] Ωστόσο, μετά την Αρχαϊκή εποχή η κατάσταση των γυναικών χειροτέρεψε και υπήρξε η εισαγωγή νόμων όπως η εφαρμογή του διαχωρισμού των φύλων.[10]
Οι γυναίκες στην Κλασική Αθήνα δεν είχαν καμία νομική υπόσταση και θεωρούνταν μέρος του οίκου όπου επικεφαλής ήταν ένας άντρας κύριος. Μέχρι το γάμο, οι γυναίκες ήταν υπό την κηδεμονία του πατέρα τους ή άλλου συγγενή. Μόλις παντρεύονταν, ο σύζυγος τους γινόταν ο κύριος μιας γυναίκας. Καθώς οι γυναίκες είχαν αποκλειστεί από τη διεξαγωγή δικαστικών διαδικασιών, ο κύριός τους θα το έκανε για λογαριασμό τους.[12] Οι Αθηναίες είχαν περιορισμένο δικαίωμα στην ιδιοκτησία και ως εκ τούτου δεν θεωρούνταν πλήρεις πολίτες, καθώς η ιθαγένεια και το δικαίωμα για ατομικά και πολιτικά δικαιώματα οριζόταν σε σχέση με τη περιουσία και τα μέσα για τη ζωή.[13] Ωστόσο, οι γυναίκες μπορούσαν να αποκτήσουν δικαιώματα σε ακίνητα μέσα από δώρα, προίκα και κληρονομιά, αν ο κύριός τους είχε το δικαίωμα να διαθέσει την περιουσία της γυναίκας.[14] Οι Αθηναίες μπορούσαν να συνάψουν συμβόλαιο αξίας λιγότερο από την αξία ενός "μέδιμνου κριθαριού" (μέτρο μέτρησης των σιτηρών), επιτρέποντας στις γυναίκες να συμμετάσχουν σε ασήμαντες συναλλαγές.[12] Οι σκλάβες δεν ήταν επιλέξιμες για την πλήρη ιδιότητα του πολίτη στην αρχαία Αθήνα, αν και σε σπάνιες περιπτώσεις θα μπορούσαν να γίνουν πολίτες αν απελευθερώνονταν. Το μόνο μόνιμο εμπόδιο για την ιδιότητα του πολίτη και ως εκ τούτου της απόκτησης πλήρων πολιτικών και αστικών δικαιωμάτων στην αρχαία Αθήνα, ήταν το φύλο. Οι γυναίκες δεν απέκτησαν ποτέ ιθαγένεια στην αρχαία Αθήνα και ως εκ τούτου αποκλείονταν επί της αρχής και άσκησης από την αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία.[15]
Η Αθήνα ήταν επίσης η κοιτίδα της φιλοσοφίας εκείνη την εποχή και ο καθένας θα μπορούσε να γίνει ποιητής, λόγιος, πολιτικός, καλλιτέχνης, εκτός αν ήταν γυναίκα.[16] Ο ιστορικός Ντον Νάρντο δήλωσε ότι «καθ' όλη την αρχαιότητα οι περισσότεροι Ελληνίδες είχαν λίγα ή καθόλου πολιτικά δικαιώματα και πολλές απολαμβάνουν λίγη ελευθερία επιλογής ή ευκινησίας.»[16] Κατά τη διάρκεια της Ελληνιστικής περιόδου στην Αθήνα, ο διάσημος φιλόσοφος Αριστοτέλης πίστευε ότι οι γυναίκες θα φέρουν αναταραχή, κακό και ήταν «εντελώς άχρηστες και προκαλούσαν μεγαλύτερη σύγχυση από τον εχθρό.»[16] Για το λόγο αυτό, ο Αριστοτέλης πίστευε πως το να κρατήσουν τις γυναίκες χωριστά από την υπόλοιπη κοινωνία ήταν η καλύτερη ιδέα.[16] Ο διαχωρισμός αυτός συνεπαγόταν πως θα ζούσαν σε σπίτια που ονομάζονταν γυναικωνίτες, ενώ θα φρόντιζαν τα καθήκοντά τους στο σπίτι και θα είχαν πολύ μικρή συναναστροφή με τον αρσενικό κόσμο.[16] Αυτό ήταν επίσης, για την προστασία της γονιμότητας των γυναικών από τους άνδρες, εκτός από τους συζύγους τους, ώστε η γονιμότητα τους να μπορέσει να εξασφαλίσει τη νομιμότητα της καταγωγής μέσω της γέννησης.[16] Οι Αθηναίες λάμβαναν πολύ λίγη μόρφωση εκτός από μαθήματα στο σπίτι για βασικές δεξιότητες όπως το γνέσιμο, η ύφανση, το μαγείρεμα και κάποια γνώση των χρημάτων.[16]
Αντίθετα, οι γυναίκες στη Σπάρτη απόλαυσαν δικαιώματα κοινωνικής θέσης, δύναμης και σεβασμού που ήταν άγνωστα στον υπόλοιπο κλασικό κόσμο. Παρά το γεγονός ότι οι Σπαρτιάτισσες είχαν εξαιρεθεί επίσημα από τη στρατιωτική και πολιτική ζωή, είχαν σημαντική θέση ως μητέρες των Σπαρτιατών πολεμιστών. Δεδομένου ότι οι άντρες ασχολούνται με τις στρατιωτικές δραστηριότητες, οι γυναίκες ανέλαβαν την ευθύνη για τη διαχείριση της περιουσίας. Μετά από τον παρατεταμένο πόλεμο κατά τον 4ο αιώνα π.Χ., οι Σπαρτιάτισσες κατείχαν περίπου το 35% και 40% του συνόλου της Σπαρτιατικής γης και ακινήτων.[17][18] Από την Ελληνιστική Περίοδο, μερικοί από τους πλουσιότερους Σπαρτιάτες ήταν γυναίκες.[19] Διαχειρίζονταν τις δικές τους ιδιοκτησίες, καθώς και τις ιδιοκτησίες των αρσενικών συγγενών που ήταν μακριά με το στρατό.[17] Οι Σπαρτιάτισσες σπάνια παντρεύονταν πριν από την ηλικία των 20 και σε αντίθεση με τις Αθηναίες που φορούσαν βαριά ρούχα που τις κάλυπταν και σπάνια ήταν έξω από το σπίτι, οι Σπαρτιάτισσες φορούσαν κοντά φορέματα και πήγαιναν όπου τις ευχαριστούσε.[20] Τα κορίτσια όσο και τα αγόρια λάμβαναν εκπαίδευση και οι νέες γυναίκες όπως και οι νέοι άνδρες μπορούσαν να συμμετέχουν στις Γυμνοπαιδίες (Φεστιβάλ Γυμνών Νέων).[17][21] Παρά τη σχετικά μεγαλύτερη ευκινησία των γυναικών στη Σπάρτη, ο ρόλος τους στην πολιτική ήταν εξίσου το ίδιο με τις Αθηναίες, δηλαδή δεν μπορούσαν να λάβουν μέρος σε αυτήν. Οι άνδρες τους απαγόρευαν να μιλούν σε συνελεύσεις και τις απέκλειαν από οποιεσδήποτε πολιτική δραστηριότητα. Ο Αριστοτέλης πίστευε, επίσης, πως η επιρροή των γυναικών της Σπάρτης ήταν κακή και υπογράμμισε η μεγαλύτερη νομική ελευθερία των γυναικών στη Σπάρτη θα έφερνε την καταστροφή της.[16]
Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- ↑ Orr, Christopher. «Where Masturbation and Homosexuality Do Not Exist - Alice Dreger». The Atlantic. Ανακτήθηκε στις 9 Δεκεμβρίου 2013.
- ↑ 2,02,1 2,2 2,3 2,4 Smith, Bonnie G (2008). The Oxford Encyclopedia of Women in World History: 4 Volume Set. London,UK: Oxford University Press. σελίδες 426–427. ISBN 978-0-19-514890-9.
- ↑ Mary H. Fulton (2010). The United Study of Forring, επιμ. Inasmuch. BiblioBazaar. ISBN 978-1140341796.
- ↑ PANG Suk Man (Φεβρουαρίου 1998). «The Hackett Medical College for Women in China (1899-1936)» (PDF). Hong Kong Baptist University. Ανακτήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2015.
- ↑ «中国近代第一所女子医学院--夏葛医学院-【维普网】-仓储式在线作品出版平台-www.cqvip.com». Cqvip.com. Ανακτήθηκε στις 9 Δεκεμβρίου 2013.
- ↑ Rebecca Chan Chung, Deborah Chung and Cecilia Ng Wong, "Piloted to Serve", 2012.
- ↑ Piloted to Serve97 personen vinden dit leuk. «Piloted to Serve». Facebook. Ανακτήθηκε στις 9 Δεκεμβρίου 2013.
- ↑ Parts of this book are available online here [1], at Google Books.
- ↑ Niida, Noboro (June 2010). «Land Reform and New Marriage Law in China». The Developing Economies (Wiley-Blackwell) 48 (2): B5. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυποστις 2012-04-03. Ανακτήθηκε στις 2016-10-23.
- ↑ 10,010,1 Nardo, Don (2000). Women of Ancient Greece. San Diego: Lucent Books. σελ. 28.
- ↑ Gerhard, Ute (2001). Debating women’s equality: toward a feminist theory of law from a European perspective. Rutgers University Press. σελ. 33. ISBN 978-0-8135-2905-9.
- ↑ 12,012,1 Blundell, Sue (1995). Women in ancient Greece, Volume 1995, Part 2. Harvard University Press. σελ. 114. ISBN 978-0-674-95473-1.
- ↑ Gerhard, Ute (2001). Debating women’s equality: toward a feminist theory of law from a European perspective. Rutgers University Press. σελ. 35. ISBN 978-0-8135-2905-9.
- ↑ Blundell, Sue (1995). Women in ancient Greece, Volume 1995, Part 2. Harvard University Press. σελ. 115. ISBN 978-0-674-95473-1.
- ↑ Robinson, Eric W. (2004). Ancient Greek democracy: readings and sources. Wiley-Blackwell. σελ. 302. ISBN 978-0-631-23394-7.
- ↑ 16,016,1 16,2 16,3 16,4 16,5 16,6 16,7 Pry, Kay O (2012). «Social and Political Roles of Women in Athens and Sparta». Sabre and Scroll Vol 1 Issue 2. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2017-05-13.
- ↑ 17,017,1 17,2 Pomeroy, Sarah B. Goddess, Whores, Wives, and Slaves: Women in Classical Antiquity. New York: Schocken Books, 1975. pp. 60–62.
- ↑ Tierney, Helen (1999). Women’s studies encyclopaedia, Volume 2. Greenwood Publishing Group. σελίδες 609–610. ISBN 978-0-313-31072-0.
- ↑ Pomeroy, Sarah B. Spartan Women. Oxford University Press, 2002. p. 137 [2]
- ↑ Pomeroy, Sarah B. Spartan Women. Oxford University Press, 2002. p. 134 [3]
- ↑ Pomeroy 2002, σελ. 34
Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- Blundell, Sue (1995). Women in ancient Greece, Volume 2. Harvard University Press. σελ. 224. ISBN 978-0-674-95473-1.
- Pomeroy, Sarah B. (2002). Spartan Women. Oxford University Press. ISBN 978-0-19-513067-6.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου