Αθήνα | |
---|---|
Με την φορά του ρολογιού: η Ακρόπολη Αθηνών, το Ζάππειον Μέγαρο, το Μοναστηράκι, άποψη από τον Λυκαβηττό, το Ολυμπιακό Στάδιο Αθηνών και η Βουλή των Ελλήνων | |
Χώρα | Ελλάδα |
Περιφέρεια | Αττικής |
Δήμοι | |
Διοίκηση | |
• Δήμαρχοι | |
Έκταση | 412 km2 |
Πληθυσμός | 664 046[1] |
• Πολεοδομικό συγκρότημα | 3.089.068 |
Ταχ. κωδ. | 10xxx, 11xxx, 120xx |
Τηλ. κωδ. | 21 |
Ιστοσελίδα | Επίσημος ιστότοπος |
Η Αθήνα είναι η πρωτεύουσα της Ελλάδας από το 1834 και η μεγαλύτερη πόλη της. Βρίσκεται στην Αττική, στην ανατολική Στερεά Ελλάδα, και είναι από τις αρχαιότερες πόλεις του κόσμου, με την καταγεγραμμένη ιστορία της να φθάνει ως το 3.200 π.Χ.[2] Η Αρχαία Αθήνα, αρχικά οικισμός πάνω στην Ακρόπολη, εξελίχθηκε τον 6ο αιώνα π.Χ. σε μία πανίσχυρη πόλη-κράτος, που αναπτύχθηκε παράλληλα με το λιμάνι της, το οποίο αρχικά ήταν το Φάληρο και αργότερα ο Πειραιάς. Υπήρξε, κατά την κλασική εποχή, κέντρο των τεχνών, της γνώσης και της φιλοσοφίας, έδρα της Ακαδημίας του Πλάτωνα και του Λυκείου του Αριστοτέλη. Αναφέρεται ευρέως ως γενέτειρα της δημοκρατίας. Συχνά, η Αθήνα, όπως και γενικότερα η Ελλάδα,[3][4] χαρακτηρίζεται «λίκνο του δυτικού πολιτισμού», ενώ άλλες φορές, ο τίτλος αυτός αποδίδεται στην Μεσοποταμία.[5][6] Η σύγχρονη Αθήνα είναι το κέντρο της οικονομικής, βιομηχανικής, πολιτικής και πολιτιστικής ζωής της Ελλάδας.
Το πολεοδομικό συγκρότημα Αθηνών - Πειραιώς, δηλαδή η περιοχή της Αθήνας, του Πειραιά και των προαστίων τους, έχει πληθυσμό 3.181.872 κατοίκων[Σημ. 1] σύμφωνα με την απογραφή του 2011.[7] Η περιοχή του ανήκει διοικητικά σε πέντε περιφερειακές ενότητες της Περιφέρειας Αττικής: Κεντρικού Τομέα Αθηνών, Βορείου Τομέα Αθηνών, Νοτίου Τομέα Αθηνών, Δυτικού Τομέα Αθηνών και την Περιφερειακή Ενότητα Πειραιώς. Το κέντρο των Αθηνών βρίσκεται στον Δήμο Αθηναίων και του Πειραιά στον Δήμο Πειραιώς. Ο Πειραιάς, ιστορικά γνωστός ως το «επίνειο των Αθηνών», είναι το μεγαλύτερο λιμάνι της Ελλάδας. Τα κέντρα των δύο πόλεων απέχουν εννέα χιλιόμετρα και παλαιότερα ο Πειραιάς χωριζόταν από την Αθήνα από άκτιστες εκτάσεις, αλλά σήμερα, μετά από την μεγάλη οικιστική ανάπτυξη της περιοχής τον 19ο και 20ό αιώνα, ο Πειραιάς έχει ενωθεί πολεοδομικά με την Αθήνα.
Η Αθήνα και ο Πειραιάς είναι τα δύο μεγάλα αστικά κέντρα της Αττικής. Υπάρχουν όμως διάσπαρτες μικρότερες πόλεις στην Αττικήμε σημαντικούς πληθυσμούς, όπως η Ελευσίνα στο Θριάσιο Πεδίο, τα Μέγαρα και η Λούτσα στην Ανατολική Αττική, οι οποίες έχουν στενές οικονομικές σχέσεις με τις δύο μεγάλες πόλεις. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία, η Ευρύτερη Αστική Περιοχή της Αθήνας, η οποία ουσιαστικά συμπίπτει με την Περιφέρεια Αττικής, είναι η 7η πολυπληθέστερη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με τον πληθυσμό της να εκτιμάται το 2004 στους 4.013.368 κατοίκους.
Η κληρονομιά της κλασικής εποχής είναι ακόμη φανερή στην πόλη, εκπροσωπούμενη από αρχαία μνημεία και έργα τέχνης, με γνωτότερο όλων τον Παρθενώνα, που θεωρείται εμβληματικό μνημείο του αρχαίου Δυτικού πολιτισμού. Στην πόλη διατηρούνται ακόμη Ρωμαϊκά και Βυζαντινά μνημεία, καθώς και μικρός αριθμός Οθωμανικών μνημείων.
Στην Αθήνα βρίσκονται δύο Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, η Ακρόπολη και η μεσαιωνική Μονή Δαφνίου. Αξιοθέατα της νεότερης εποχής, χρονολογούμενα από την καθιέρωση της Αθήνας ως πρωτεύουσας του ανεξάρτητου Ελληνικού κράτους το 1834, περιλαμβάνουν τη Βουλή των Ελλήνων (19ος αιώνας) και την Τριλογία, ένα σύνολο τριών κτηρίων: η Εθνική Βιβλιοθήκη, το Πανεπιστήμιο και η Ακαδημία. Η Αθήνα φιλοξένησε τους πρώτους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες το 1896 και 108 χρόνια αργότερα διοργάνωσε τους Θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004. Στην Αθήνα βρίσκονται το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, που διαθέτει τη μεγαλύτερη συλλογή στον κόσμο αρχαίων ελληνικών αρχαιοτήτων, καθώς και το νέο Μουσείο Ακρόπολης.
Στην Αρχαία Ελλάδα η πόλη αναφερόταν στον πληθυντικό αριθμό: «Ἀθῆναι» καθώς αποτελούσε συνοικισμό των διάσπαρτων δήμων της Αττικής, τους οποίους σύμφωνα με το μύθο, συνένωσε ο μυθικός βασιλιάς Θησέας. Το 19ο αιώνα το όνομα αυτό επανήλθε ως το επίσημο όνομα της πόλης. Το 1979, με την εγκατάλειψη της καθαρεύουσας, το όνομα «Αθήνα» καθιερώθηκε ως το επίσημο. Εν τούτοις, συχνή παραμένει η χρήση του πληθυντικού στην γενική πτώση: Αθηνών, ιδίως στον γραπτό λόγο ή σε ονομασίες ιδρυμάτων, όπως η Ακαδημία Αθηνών και το Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Πολιούχος της Αθήνας είναι ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης.
Πίνακας περιεχομένων
- 1Γεωγραφία
- 2Ετυμολογία
- 3Ιστορία
- 4Δημογραφία
- 5Διοίκηση
- 6Αστικό Τοπίο
- 7Πολιτισμός και σύγχρονη ζωή
- 8Εκπαίδευση
- 9Υποδομές
- 10Αδελφοποιημένες πόλεις
- 11Σημειώσεις
- 12Παραπομπές
- 13Άλλες πηγές
- 14Δείτε επίσης
- 15Βιβλιογραφία
- 16Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Γεωγραφία
Γεωμορφολογία
Το πολεοδομικό συγκρότημα Αθηνών - Πειραιώς απλώνεται στο Λεκανοπέδιο Αττικής, το οποίο περικλείεται από πέντε βουνά: το Ορος Αιγάλεω και το Ποικίλο Όρος στα δυτικά, την Πάρνηθα στα βορειοδυτικά, την Πεντέλη στα βορειοανατολικά και τον Υμηττό στα ανατολικά. Η Πάρνηθα, με μέγιστο υψόμετρο 1.413 μέτρων, είναι το ψηλότερο από τα βουνά, ενώ μεγάλο μέρος της έκτασής της έχει ανακηρυχθεί Εθνικός δρυμός. Ο Σαρωνικός Κόλπος οριοθετεί την Αθήνα στα νότια.
Η Αθήνα είναι χτισμένη γύρω από αρκετούς λόφους. Ο Λυκαβηττός είναι ένας από τους ψηλότερους λόφους της κυρίως πόλης και προσφέρει θέα ολόκληρου του Λεκανοπέδιου. Η γεωμορφολογία της Αθήνας θεωρείται ως μια από τις πιο ιδιαίτερες στον κόσμο, λόγω των βουνών της, που προκαλούν ένα φαινόμενο θερμοκρασιακής αναστροφής, που σε συνδυασμό με τις δυσκολίες της Ελληνικής Κυβέρνησης να ελέγξει την εκπομπή ρύπων, ευθύνεται για τα προβλήματα ατμοσφαιρικής ρύπανσης που αντιμετωπίζει η πόλη. Αυτό το ζήτημα δεν εμφανίζεται μόνο στην Αθήνα. Για παράδειγμα το Λος Άντζελες και η Πόλη του Μεξικού υποφέρουν από παρόμοια προβλήματα γεωμορφολογικής αναστροφής.
Ο Κηφισός, ο Ιλισός και ο Ηριδανός είναι οι ιστορικοί ποταμοί της Αθήνας. Το μεγαλύτερο τμήμα της κοίτης τους έχει καλυφθεί από συγκοινωνιακά έργα (Κηφισός: Εθνική Οδός Αθηνών - Λαμίας , Ιλισσός: Μιχαλακοπούλου - Καλιρρόης) συμβάλλοντας στην υποβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος του Λεκανοπεδίου.
Κλίμα
Η Αθήνα έχει ένα υποτροπικό Μεσογειακό κλίμα (Κλιματική ταξινόμηση Κέππεν) και δέχεται την ελάχιστη απαιτούμενη βροχόπτωση ώστε να αποφύγει την κατά Κέππεν κατάταξη στο ημίξηρο κλίμα. Το κυριότερο χαρακτηριστικό του Αθηναϊκού κλίματος είναι η εναλλαγή παρατεταμένων ζεστών και ξηρών καλοκαιριών και ήπιων, υγρών χειμώνων. Με μέση ετήσια βροχόπτωση 416.8 χιλιοστών, βροχές εμφανίζονται μεταξύ των μηνών Οκτωβρίου και Απριλίου. Ο Ιούλιος και ο Αύγουστος είναι οι ξηρότεροι μήνες, με καταιγίδες σπανίως, μια ή δύο φορές το μήνα. Οι χειμώνες είναι ήπιοι και βροχεροί, με μέση θερμοκρασία του Ιανουαρίου 8.9 °C στη Νέα Φιλαδέλφεια και 10.3 °C στο Ελληνικό. Οι χιονοθύελλες είναι σπάνιες, αλλά όταν συμβούν μπορεί να προκαλέσουν αποδιοργάνωση. Οι χιονοπτώσεις είναι συχνότερες στα βόρεια προάστια της πόλης.
H ετήσια βροχόπτωση στην Αθήνα είναι χαρακτηριστικά χαμηλότερη από ότι σε άλλα μέρη της Ελλάδας, ιδιαίτερα στη δυτική Ελλάδα. Για παράδειγμα τα Ιωάννινα δέχονται γύρω στα 1.300 χλ. το χρόνο και το Αγρίνιο περίπου 800. Τα μέσα ημερήσια υψηλά του Ιουλίου (1988-2017) έχουν μετρηθεί στους 34.8 °C στο μετεωρολογικό σταθμό της Νέας Φιλαδέλφειας [2], ; όμως άλλα μέρη της πόλης μπορεί να είναι ακόμη πιο ζεστά, ιδιαίτερα οι δυτικές περιοχές της, εν μέρει λόγω της εκβιομηχάνισης και εν μέρει λόγω ορισμένων φυσικών παραγόντων, ήδη γνωστών από τα μέσα του 19ου αιώνα.[8] Οι θερμοκρασίες ξεπερνούν συχνά τους 38 °C κατά τους γνωστούς καύσωνες στην πόλη.
Η πόλη της Αθήνας επηρεάζεται από το φαινόμενο της αστικής θερμονησίδας σε μερικές περιοχές, που προκαλείται από την ανθρώπινη δραστηριότητα, αυξάνοντας τις θερμοκρασίες τους σε σχέση με τις γύρω αδόμητες περιοχές και επιφέρει αρνητικές συνέπειες στην κατανάλωση ενέργειας, τις δαπάνες για δροσιά και την υγεία. Η αστική θερμονησίδα της πόλης έχει επίσης βρεθεί ότι ευθύνεται εν μέρει για τις μεταβολές των κλιματολογικών θερμοκρασιακών χρονοσειρών συγκεκριμένων μετεωρολογικών σταθμών της Αθήνας, λόγω της επίδρασής της στις θερμοκρασίες και τις τάσεις τους, που καταγράφονται από αυτούς. Αφ' ετέρου άλλοι μετεωρολογικοί σταθμοί, όπως εκείνοι του Εθνικού Κήπουκαι του Θησείου, επηρεάζονται λιγότερο ή καθόλου από την αστική θερμονησίδα.
Η Αθήνα κατέχει το ρεκόρ του Παγκόσμιου Μετεωρολογικού Οργανισμού της υψηλότερης θερμοκρασίας, που έχει ποτέ καταγραφεί στην Ευρώπη, 48.0 °C. στα προάστια της Αθήνας Ελευσίνα και Τατόι στις 10 Ιουλίου 1977.[9]
[απόκρυψη]Κλιματικά δεδομένα Αθήνας (Θησείο, 1988-2017) | |||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Μήνας | Ιαν | Φεβ | Μαρ | Απρ | Μαι | Ιουν | Ιουλ | Αυγ | Σεπ | Οκτ | Νοε | Δεκ | Έτος |
Μέση Υψηλότερη° C (°F) | 13.4 | 14.3 | 17.1 | 21.2 | 26.6 | 31.7 | 34.4 | 34.3 | 29.7 | 24.1 | 18.7 | 14.4 | 23,3 |
Μέση Ημερήσια °C (°F) | 10.2 | 10.8 | 13.1 | 16.8 | 21.7 | 26.6 | 29.3 | 29.2 | 25.0 | 20.1 | 15.4 | 11.5 | 19,1 |
Μέση Χαμηλότερη °C (°F) | 7.1 | 7.3 | 9.2 | 12.3 | 16.9 | 21.5 | 24.2 | 24.2 | 20.3 | 16.0 | 12.0 | 8.5 | 15,0 |
Βροχόπτωση mm (ίντσες) | 51,4 | 43,9 | 46 | 25,4 (1) | 18,6 | 9,7 | 8,9 | 5 | 23,1 | 39,8 | 72,3 | 72,7 | 416.8 |
Πηγή: Meteoclub.gr[10] |
Ετυμολογία
Το όνομα της πόλης της Αθήνας, προέρχεται από την προστάτιδα θεά Αθηνά. Αυτό είναι και ένα ακόμη στοιχείο της αρχαιότητας της πόλης μιας και παραπέμπει ευθέως σε μητριαρχικές κοινωνίες. Σε παλαιότερα ελληνικά, όπως μαρτυρείται και στα Ομηρικά Έπη, το όνομα της πόλης ήταν στον ενικό ως Ἀθήνη και αργότερα μετατράπηκε στον πληθυντικό ως Ἀθῆναι όμοια με άλλες πόλεις όπως τις Θήβες (Θῆβαι) και τις Μυκήνες (Μυκῆναι). Κατά τον Μεσαίωνα το όνομα αποδόθηκε στην καθομιλουμένη στον ενικό αν και λόγω του συντηρητισμού του γραπτού λόγου και του γλωσσικού ζητήματος η επίσημη ονομασία παρέμεινε ως Ἀθῆναι μέχρι την κατάργηση της καθαρεύουσας.
Παλαιότερα, είχαν προταθεί άλλες ετυμολογήσεις από λόγιους του 19ου αιώνα. Ο Κρίστιαν Λόμπεκ πρότεινε ως ρίζα του ονόματος την λέξη ἄθος ή ἄνθος για να δηλώσει την Αθήνα ως πόλη ανθούσα. Μετέφρασε ακόμη την πόλη στα λατινικά ως Florentia. Ο Λούντβιχ Ντεντερλάιν πρότεινε ως ρίζα το επικό ρήμα θάω (θέμα θη–), δηλαδή θηλάζω, που δηλώνει ότι η Αθήνα έχει εύφορη γη.[11]
Κατά τη μυθολογία λέγεται ότι η πόλη έχει το όνομα της θεάς Αθηνάς, μετά από τον αγώνα της με τον θεό της θάλασσας Ποσειδώνα για να αναδειχθεί το καλύτερο δώρο, που είχε καθένας για την πόλη. Συγκεκριμένα ο πρώτος βασιλιάς της Αθήνας Κέκροπας, ο οποίος ήταν μισός άνθρωπος και μισός φίδι, έπρεπε να αποφασίσει ποιος θα ήταν ο προστάτης της πόλης. Οι δύο θεοί Ποσειδώνας και Αθηνά θα έκαναν από ένα δώρο στον Κέκροπα και όποιος έκανε το καλύτερο, αυτός θα γινόταν προστάτης. Εμφανίστηκαν και οι δύο μπροστά στον Κέκροπα και πρώτος ο Ποσειδώνας χτύπησε την τρίαινά του στο έδαφος και εμφανίστηκε ένα ρυάκι με γάργαρο νερό. Μετά η Αθηνά χτύπησε το δόρυ της στο έδαφος και εμφανίστηκε μια μικρή ελιά. Ο Κέκροπας παραξενεύτηκε αλλά και εντυπωσιάστηκε από το δώρο της Αθηνάς και αποφάσισε να διαλέξει το δώρο της και αυτήν ως προστάτιδα της πόλης. Έτσι πήρε η Αθήνα το όνομά της. Όμως, ο Ποσειδώνας, θυμωμένος με τον Κέκροπα, καταράστηκε την Αθήνα να μην έχει ποτέ αρκετό νερό. Έτσι από τότε ξεκίνησε το πρόβλημα της λειψυδρίας που ταλαιπωρούσε την Αθήνα.
Ιστορία
Αρχαία Αθήνα
Η ίδρυση της Αθήνας χάνεται στην αχλύ του μύθου, καθώς είναι γενικά αποδεκτό ότι προϋπήρχε της Μυκηναϊκής Εποχής. Είναι γνωστό ότι πράγματι υπήρχαν προϊστορικά πολίσματα στην Αττική, αλλά από πότε ακριβώς πρωτοχρησιμοποιήθηκε για ένα τουλάχιστον από αυτά το όνομα «Αθήνα» είναι άγνωστο.
Σύμφωνα με τον Πλάτωνα στον Τίμαιο, Αιγύπτιοι ιερείς της Ίσιδος αποκάλυψαν στον Σόλωνα που τους επισκέφτηκε ότι σύμφωνα με τα αρχεία τους, υπήρχε πόλη ακμάζουσα με το όνομα «Αθήνα» πριν από το 9600 π.Χ. Φυσικά η ακρίβεια της αναφοράς αμφισβητείται, όπως και ο υπολογισμός του έτους, αλλά ελλείψει ακριβέστερων στοιχείων και αναφορών, διατηρεί κάποια ενδεικτική αξία.
Πρώτοι κάτοικοι της περιοχής θεωρούνται οι Πελασγοί[εκκρεμεί παραπομπή]. Πρώτος βασιλιάς της πόλης, σύμφωνα με τη μυθολογία, ήταν ο Κέκροπας κατά τη 2η χιλιετία π.Χ. ή 3η χιλιετία π.Χ., από τον οποίο ονομάστηκε το τμήμα κείμενο μεταξύ Ακροπόλεως, Αχαρνών και Ελευσίνος Κεκροπία (Κεχρωπία). Οι κάτοικοι ήταν Ίωνες που εγκαταστάθηκαν στην αττική γη.
Ο μύθος του Θησέα και του Μινώταυρου φανερώνει την ύπαρξη σχέσης υποτέλειας της Αθήνας προς τη Μινωική Κρήτη, που έσπασε μετά την παρακμή του πολιτισμού αυτού[εκκρεμεί παραπομπή]. Πατέρας του Θησέα ήταν ο Αιγέας, βασιλιάς των Αθηνών μέχρι τον θάνατό του, οπότε και πέρασε ο θρόνος στον γιο του τον Θησέα. Τον θρόνο αμφισβήτησαν οι Παλλαντίδες γιοι του Πάλλαντος, αδελφού του Αιγέα, αλλά σφαγιάστηκαν από τον Θησέα, ο οποίος παρέμεινε βασιλιάς και κέρδισε ξανά την εύνοια των πολιτών του.
Κατά την Εποχή του Τρωικού Πολέμου η Αθήνα πήρε το μέρος των Μυκηνών, εκστρατεύοντας κατά της Τροίας με επικεφαλής τον Μενεσθέακαι σημαντική στρατιωτική και ναυτική δύναμη 50 πλοίων (κατ' εκτίμηση 1.650-2.750 άνδρες) όπως αναφέρεται στον κατάλογο πλοίων που αναφέρεται στην Ιλιάδα.[12] Τα γεγονότα αυτά κατατάσσουν την Αθήνα, που καταλάμβανε τότε την Αττική, χωρίς τη Μεγαρίδα (που υπαγόταν στη Σαλαμίνα), και τον Ωρωπό (που ανήκε στη Βοιωτία), σε μια πολύ σημαντική ελληνική πόλη[εκκρεμεί παραπομπή]. Λειτουργούσαν όμως ήδη από το 3000 π.Χ. τα μεταλλεία Λαυρίου[εκκρεμεί παραπομπή] παρέχοντας στην πόλη μόλυβδο και άργυρο (αργότερα την Εποχή του Σιδήρου και σίδηρο). Η παραγωγή κεραμικών, λαδιού, μελιού και κρασιού, καθώς και μαρμάρου από την Πεντέλη, σε συνδυασμό με την εμπορική δραστηριότητα, σηματοδοτούν μια οικονομικά ακμάζουσα πόλη. Ο βαθμός ανεξαρτησίας της, όμως, λόγω της ηγεμονίας των Μυκηνών, ήταν μάλλον μικρός, μέχρι και την παρακμή του πολιτισμού αυτού[εκκρεμεί παραπομπή].
Η Αθήνα διέφυγε πάντως την καταστροφή ή υποδούλωση από την Κάθοδο των Δωριέων και συμμετείχε μάλλον χαλαρά στην «Πελοποννησιακή Συμμαχία». Πρώτος νομοθέτης της πόλης ήταν ο Δράκων, ο οποίος θέσπισε τον 7ο αιώνα π.Χ. τους Δρακόντειους Νόμους, γραμμένους σε μαρμάρινες πλάκες. Κατά την παράδοση, οι νόμοι ήταν τόσο αυστηροί, που ο όρος «δρακόντεια μέτρα» δήλωνε μέτρα αμείλικτα και σκληρά. Τη νομοθεσία του Δράκοντα διαδέχθηκαν οι νόμοι του Σόλωνα. Βασικότεροι όλων ήταν η "σεισάχθεια", κατάργηση της υποδούλωσης ελεύθερων πολιτών για χρέη και ο αναδασμός της γης.
Γύρω στον 6ο αιώνα π.Χ. στην Αθήνα επικράτησαν οι Αλκμεωνίδες, αριστοκρατικό γένος με σημαντικό ρόλο στην πολιτική και κοινωνική ζωή της πόλης, τους οποίους εξόρισε ο Πεισίστρατος, όταν εγκατέστησε την τυραννία. Μετά τον θάνατο του Πεισιστράτου, ο Κλεισθένης, μεταρρυθμιστής των Αθηνών από το γένος των Αλκμεωνιδών, εφάρμοσε την ισονομία και την ισοπολιτεία, καταργώντας τις παλαιές φυλές και ιδρύοντας τεχνητές, με ονόματα που προέρχονται από τον τοπικό ήρωα της κάθε περιοχής. Χώρισε δε την αττική γη στο άστυ, τη μεσογαία και την παράλια χώρα, κατανέμοντας ισάριθμα τον πληθυσμό της κάθε φυλής σε δήμους κι από τις τρεις ζώνες, ενώ παράλληλα νομοθέτησε υπέρ της ποινής του εξοστρακισμού.
Κατά τη «Χρυσή Εποχή» της Ελλάδας από το 500 π.Χ. μέχρι το 300 π.Χ. η Αθήνα ήταν σημαντικό κέντρο πολιτισμού και διανόησης στον ευρωπαϊκό χώρο. Αυτό που αποκαλούμε σήμερα «Δυτικός πολιτισμός» στηρίζεται σε πολλές από τις ιδέες και τις πρακτικές της αρχαίας Αθήνας. Φυσικά πολλές από αυτές εξήχθησαν κατά περιόδους και σε άλλες ελληνικές πόλεις-κράτη, ίσως και στην Ρώμη, όπου όμως επικράτησε ιδιόμορφη δημοκρατία που ίσως να ήταν δική της επινόηση. Πάντως οι δυο πόλεις είχαν σαφώς εμπορικές σχέσεις και επομένως και ενεργή ανταλλαγή ιδεών[εκκρεμεί παραπομπή].
Η Αθήνα έστειλε βοήθεια 20 πλοίων (4.000 άνδρες) κατά την Ιωνική Επανάσταση, (499 π.Χ. - 493 π.Χ.. Αυτό αποτέλεσε την αφορμή για τις Περσικές Εκστρατείες κατά της ηπειρωτικής Ελλάδας. Η Αθήνα απέκρουσε με επιτυχία, μαζί με τις Πλαταιές, τη δεύτερη εκστρατεία του Δάτηκαι του Αρταφέρνη, κατά την οποία ήταν ο κύριος περσικός αντικειμενικός στόχος. Η πόλη παρέταξε 10.000 οπλίτες στη Μάχη του Μαραθώνα. Κατά την εκστρατεία του Ξέρξη η πόλη παρέταξε 8.000 οπλίτες στη Μάχη των Πλαταιών και 200 τριήρεις στη Ναυμαχία της Σαλαμίνας.
Ο αμφιβόητος πολιτικός Περικλής ανέλαβε περί το 462-461 π.Χ. την ηγεσία της Αθήνας με απόφαση της Εκκλησίας του Δήμου και σε συνεργασία με τον Εφιάλτη του Σοφωνίδου και τον Αρχέστρατο, στους οποίους οφείλεται και η εγκαθίδρυση της δημοκρατίας στην Αθήνα, αφαίρεσε από τον ολιγαρχικών αποκλίσεων Άρειο Πάγο την εποπτεία για τη διοίκηση και τους υπαλλήλους και την ανέθεσε στη Βουλή των Πεντακοσίων. Η πολιτική του Περικλή εδραίωσε την αθηναϊκή ηγεμονία, που πρακτικά άρχισε λίγο νωρίτερα με τον Κίμωνα, που συνέχισε τον πόλεμο με την Περσική Αυτοκρατορία μετά την απόσυρση των Σπαρτιατών από αυτόν, αλλά σε μεγάλο βαθμό προκάλεσε την έναρξη του καταστροφικού για τον Ελληνισμό Πελοποννησιακού πολέμου. Πράγματι, το 431 π.Χ. εισέβαλαν οι Σπαρτιάτες στην Αττική και κατέστρεψαν την ύπαιθρο χώρα, ξεκινώντας τον οδυνηρό αυτό πόλεμο. Κατά τη διάρκεια του πολέμου, ξέσπασε ο λοιμός των Αθηνών που αφάνισε τα 2/3 του πληθυσμού της Αθήνας. Κατά τη μέγιστη στρατιωτική της ισχύ η Αθήνα παρέτασσε (χωρίς να συνυπολογίζονται ξένοι μισθοφόροι) 14.000 οπλίτες, 2.000 τοξότες, 1.000 ιππείς, 400 ιπποτοξότες και 470 τριήρεις. Με βάση τα δεδομένα αυτά και ανάλογους υπολογισμούς υπολογίζεται συνολικός πληθυσμός της τάξης των 400.000 ψυχών[εκκρεμεί παραπομπή] (συνυπολογίζοντας γυναίκες, λογικό αριθμό ανηλίκων, μετοίκους, ξένους και δούλους) κατά την Κλασική εποχή. Η Αθήνα έχασε τελικά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο, αλλά συνήλθε σχετικά γρήγορα αν και χωρίς να ανακτήσει πλήρως την ισχύ που είχε επί ηγεμονίας της.
Το 86 π.Χ., μετά από πολιορκία, καταλήφθηκε και λεηλατήθηκε άγρια από τον στρατό του Ρωμαίου στρατηγού Λεύκιου Κορνήλιου Σύλλα.
Η Αθήνα στη Βυζαντινή αυτοκρατορία
Η Αθήνα παρέμενε μητρόπολη και στον ρωμαϊκό κόσμο, μέχρι και τον 3ο αιώνα μ.Χ, όταν η πόλη λεηλατήθηκε από τη φυλή των Ερούλων και καταστράφηκε. Διατήρησε όμως τη χρεία της ως πνευματικό κέντρο, φιλοξενώντας στις σχολές της προσωπικότητες που αργότερα πρωτοστάτησαν στη νέα Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, όπως τον αυτοκράτορα Ιουλιανό τον Παραβάτη. Όμως οι σχολές φιλοσοφίας έκλεισαν το 529 με σχετικό διάταγμα του αυτοκράτορα του Βυζαντίου Ιουστινιανού, περίπου 200 χρόνια από τότε που η Βυζαντινή Αυτοκρατορία αποδέχθηκε τον Χριστιανισμό ως επίσημη θρησκεία. Η Αθήνα είχε εδώ και αιώνες καταντήσει σκιά του αρχαίου ένδοξου εαυτού της, το κέντρο του ελληνισμού έχει ήδη αυτά τα χρόνια μετατοπιστεί βορειότερα προς τη Μακεδονία και ανατολικότερα προς την Κωνσταντινούπολη και τη Μικρά Ασία, με αποτέλεσμα η Αθήνα σταδιακά να μετατραπεί σε περιφερειακή πόλη, με μικρό πληθυσμό της τάξης των 20.000 κατοίκων[εκκρεμεί παραπομπή]. Εξάλλου ο ελληνισμός είχε υιοθετήσει στη συντριπτική του πλειοψηφία τον Χριστιανισμό, πράγμα που οδήγησε όχι στην αλλαγή χρήσης, αλλά στη μετατροπή του Παρθενώνα σε χριστιανικό ναό, αφιερωμένο στην Παναγία την Αθηνιώτισσα. Η Αθήνα είχε ήδη αρχίσει να ανακάμπτει μετά τον 6ο αιώνα[εκκρεμεί παραπομπή], αλλά ποτέ δεν επανέκτησε τη δυναμική που είχε κατά την κλασική και ρωμαϊκή περίοδο. Η Ειρήνη η Αθηναία ήταν αυτοκράτειρα του Βυζαντίου από το 780 έως το 802. Η Αθήνα άρχισε να ακμάζει ξανά από τον 9ο αιώνα και μετά, ακολουθώντας την πορεία της αυτοκρατορίας. Αυτήν την περίοδο, ιδίως τον 11ο και 12ο αιώνα κτίστηκαν αρκετοί ναοί, στον τύπο του σταυροειδούς εγγεγραμμένου ναού.[13]
Η Αθήνα κατά τη Φραγκοκρατία
Μεταξύ του 13ου και 15ου αιώνα η πόλη πολιορκήθηκε και διεκδικήθηκε από τα Λατινικά κρατίδια που σχηματίστηκαν μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204 κατά την «ανίερη» Δ' Σταυροφορία. Η φήμη και η στρατηγική της θέση συνέβαλαν στο να γίνει η Αθήνα πρωτεύουσα του Φραγκικού δουκάτου των Αθηνών, με την Ακρόπολη να μετατρέπεται σε παλάτι. Την περίοδο αυτή (1204-1458) την Αθήνα κατέλαβαν κατά σειρά: ο Βονιφάτιος ο Μονφερατικός, ο Φράγκικος οίκος Ντε λα Ρος, η Καταλανική Κομπανία και τέλος ο ιταλικός οίκος των Ατζαγιόλι της Φλωρεντίας.
Η Αθήνα κατά την Τουρκοκρατία
Το 1458 η πόλη κατακτήθηκε από τους Τούρκους και περιήλθε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Μετά την οθωμανική κατάκτηση η πόλη διεκδικήθηκε από τη Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Βενετίας. Το 17ο αιώνα, κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων του Έκτου Βενετοτουρκικού Πολέμου πολιορκήθηκε από τους Βενετούς και υπέστη μεγάλες ζημιές, συμπεριλαμβανομένης της ανατίναξης του Παρθενώνα από το στρατηγό Μοροζίνι.
Τον 18ο αιώνα η Αθήνα γνώρισε μια σειρά από αναστατώσεις κυρίως λόγω της κακοδιοίκησης των Τούρκων και των μεταξύ ανταγωνισμών για την ιδιοποίηση των δικαιωμάτων είσπραξης φόρων ή την ιδιοκτησία των κτημάτων. Το 1771-1772 η πόλη δεχόταν επιδρομές από τους Λεμπέσηδες, εξεγερμένους της Σαλαμίνας που είχαν υψώσει τη ρωσική σημαία υπό τον Μήτρο-Μάρα. Η περίοδος 1775-1795 χαρακτηρίζεται από την τυραννική διοίκηση του Χατζή Αλή Χασεκή. Αυτός αρχικά ήταν υπηρέτης στο παλάτι του σουλτάνου στην Κωνσταντινούπολη, όπου αφού συνήψε ερωτικό δεσμό με την Εσμέ Σουλτάνα, αδελφή του σουλτάνου Σελήμ Γ', κατόρθωσε να διοριστεί βοεβόδας των Αθηνών, δηλαδή υπεύθυνος για την είσπραξη του φόρου της δεκάτης. Επί των ημερών του η Αθήνα περιτειχίστηκε με υποτυπώδες τειχίο για να προστατευθεί από τις επιδρομές τουρκαλβανών. Περί το 1789 ενέσκηψαν στην πόλη επιδημίες ευλογιάς και πανώλης καθώς και έλλειψη τροφίμων. Πολλοί κάτοικοι πέθαναν ενώ άλλοι διασκορπίστηκαν. Το 1795 ο Χασεκή αποκεφαλίστηκε αφού είχαν προηγηθεί σειρά διαμαρτυριών εναντίον του από Τούρκους και Έλληνες προς τον σουλτάνο.
Στις αρχές του 19ου αιώνα η Αθήνα, λόγω του αρχαιολογικού της ενδιαφέροντος, είχε συγκεντρώσει το ενδιαφέρον διαφόρων ξένων καλλιτεχνών, αρχαιολόγων κτλ και είχε σχηματιστεί μια αρκετά μεγάλη κοινότητα Ευρωπαίων στην πόλη. Μεταξύ αυτών ήταν και η αποστολή του λόρδου Έλγιν που έκανε τη γνωστή αφαίρεση των γλυπτών από την Ακρόπολη. Άλλες γνωστές προσωπικότητες που πέρασαν από την Αθήνα ήταν ο Σατωμπριάν, ο λόρδος Βύρων, ο Βρετανός πρέσβης στην Πόλη λόρδος Στράνγκφορντ, ο Φρανσουά Πουκεβίλ, η πριγκίπισσα της Ουαλίας Καρολίν κ.ά. Το 1812 ιδρύθηκε στην Αθήνα η "Φιλαθηναϊκή Ακαδημία" και κατόπιν η "Φιλόμουσος Εταιρεία".[14]
Η επανάσταση του 1821 και η απελευθέρωση των Αθηνών
Έναρξη της Επανάστασης
Λόγω της δράσης της Φιλομούσου Εταιρείας δεν είχε μεγάλη διείσδυση στην πόλη η Φιλική Εταιρεία, με εξαίρεση κάποιους ιερωμένους. Εκείνη την εποχή οι Αθηναίοι χωρίζονταν στους "Γκαγκαραίους" και τους "Ξωτάρηδες". Οι πρώτοι ήταν οι αστοί και οι άρχοντες που περιλαμβάνονταν στο "αρχοντολόγιο", ενώ οι δεύτεροι ήταν οι αγρότες που ζούσαν στα πέριξ της Αθήνας χωριά και κτήματα, πολλοί των οποίων αρβανιτόφωνοι. Οι Τούρκοι ήταν μειοψηφία στην Αθήνα και βαθμιαία είχαν τεθεί υπό τον έλεγχο των Ελλήνων αρχόντων ή "γκαγκαραίων". Ισχυρές οικογένειες ήταν αυτή του Λογοθέτη Χωματιανού και του Προκοπίου Μπενιζέλου. Η εξέγερση του Υψηλάντη στη Ρουμανία άφησε σχεδόν αδιάφορους τους αστούς Αθηναίους. Ωστόσο, εκείνη την εποχή ο οπλαρχηγός της Χασιάς, ο "ξωτάρης" Χατζή-Μελέτης Βασιλείου, συγκρότησε σώμα από ενόπλους Χασιώτες και Μενιδιάτες με την άδεια του ζαμπίτη (αστυνόμου) των Αθηνών, δήθεν για να προστατεύσει την πόλη από επιδρομές.[15] Πιστεύεται ότι ο Βασιλείου είχε μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία, διότι παρόμοια πράξη έκανε λίγο πριν την Επανάσταση και ο Αθανάσιος Διάκος στη Λιβαδειά, αλλά και διότι δέχτηκε να τεθεί υπό τις διαταγές του Φιλικού Δήμου Αντωνίου από τη Λιβαδειά.
Το βράδυ της 25 Μαρτίου 1821 ήλθε από την Ύδρα αγγελιαφόρος και ειδοποίησε τους Αθηναίους να ετοιμαστούν για εξέγερση. Επειδή όμως δεν είχε γίνει καμία προετοιμασία, όλος ο Μάρτιος πέρασε σχεδόν χωρίς καμία ενέργεια. Ο Σπυρίδων Τρικούπης αναφέρει ότι οι Αθηναίοι δεν ξεσηκώθηκαν γιατί δεν είχαν αρχηγούς. Οι Τούρκοι των Αθηνών είχαν πληροφορηθεί τα γεγονότα της Πελοποννήσου αλλά είχαν την εντύπωση ότι επρόκειτο για ενέργειες του Αλή Πασά, που τον αποκαλούσαν "Καραλή". Εμπιστεύθηκαν την άμυνα του τοιχίου της πόλης στο ένοπλο σώμα του Χατζή-Μελέτη Βασιλείου. Το τελευταίο ενισχύθηκε και με άλλους οπλαρχηγούς όπως ο Μήτρος Σκευάς από το Μενίδι, ο "αρβανιτόβλαχος" Χατζή-Αναγνώστης Κιουρκακιώτης, ο Ιωάννης Ντάβαρης από τα Μεσόγεια. Οι Τούρκοι κάλεσαν τον μητροπολίτη Αθηνών Διονύσιο, ανεψιό του πατριάρχη Γρηγορίου Ε', ο οποίος όμως είχε καταφύγει στη Βοιωτία όπου με τους μητροπολίτες Ταλαντίου Νεόφυτο και Σαλώνων Ησαΐα κήρυξε την Επανάσταση στη μονή Αγ. Παρασκευής έξω από τη Λιβαδειά και ευλόγησε τα όπλα του Αθαν. Διάκου. Στις αρχές Απριλίου άρχισαν να σημειώνονται επεισόδια στην Αθήνα, και πολλοί Αθηναίοι για να προστατευθούν από τους Τούρκους κατέφευγαν σε ξένα προξενεία, με εξαίρεση τον πρόξενο της Αυστρίας ο οποίος βοηθούσε τους Τούρκους. Τη νύχτα της 9ης προς 10η Απριλίου, νύχτα της Αναστάσεως, συνελήφθησαν πολλοί άρχοντες ως όμηροι και φυλακίστηκαν στην Ακρόπολη, ενώ ο τουρκικός όχλος ζητούσε γενική σφαγή των χριστιανών. Λόγω της φυλάκισης των ομήρων η πόλη παρέμεινε ήσυχη, ενώ στην ύπαιθρο άρχισαν επιθέσεις και αρπαγές κατά των Τούρκων. Το πρώτο σημαντικό πολεμικό επισόδειο έγινε την 18 Απριλίου στον Κάλαμο όπου ο Χατζή-Μελέτης Βασιλείου απέκρουσε σώμα 300 Τούρκων που έρχονταν από τη Χαλκίδα προς βοήθεια των Τούρκων της Αθήνας. Έτσι κηρύχθηκε ανοιχτά η Επανάσταση και στη Λιβαδειά διορίστηκε στρατιωτικός αρχηγός των Αθηνών ο Λειβαδίτης Δήμος Αντωνίου. Στην εκκλησιαστική τελετή ο Αθηνών Διονύσιος και Ταλαντίου Νεόφυτος περιέβαλαν των Αντωνίου με στρατιωτική εξάρτηση όπως στους Μεσαίους Χρόνους χρίονταν οι ιππότες. Ο Αντωνίου, φορώντας περικεφαλαία και επωμίδες των Αγγλικών στρατιωτικών σωμάτων των Επτανήσων, κατέβηκε στη Χασιά όπου με την επιβλητική εμφάνισή του έδωσε στους ενόπλους ξωτάρηδες την αίσθηση ότι πράγματι υπήρχε η στήριξη της Ρωσίας στην εξέγερση. Την 24η Απριλίου, οι Τούρκοι των Αθηνών αφού έμαθαν τον απαγχονισμό του πατριάρχη και τις σφαγές των Ελλήνων στην Κωνσταντινούπολη, φοβήθηκαν ότι θα συνέβαιναν αντίποινα. Ζήτησαν από τον Ιμάμη να ευλογήσει τη δική τους σημαία του ιερού πολέμου και διασπάρθηκαν στους δρόμους, ζητώντας σφαγή των χριστιανών. Τότε οι Αθηναίοι κάλεσαν σε βοήθεια το στρατιωτικό σώμα της Χασιάς, από το οποίο όμως μόνο περί τα 500 άτομα κινήθηκαν και αυτοί ελαφρά οπλισμένοι, πολλοί με αγροτικά εργαλεία και αυτοσχέδιες λόγχες. Την 26η Απριλίου οι Τούρκοι οχυρώθηκαν στην Ακρόπολη ενώ οι Έλληνες εισήλθαν στην πόλη φωνάζοντας "Χριστός Ανέστη" και "Ελευθερία ή θάνατος". Ο Χατζή-Μελέτης ύψωσε στην Αθήνα τη σημαία της ελευθερίας την 28η Απριλίου. Την επομένη έφτασε στην πόλη και ο επίσκοπος Διονύσιος και μετά από εκκλησιαστική τελετή στη μικρή πλατεία του Αγ.Παντελεήμονα υπό την Ακρόπολη (το λεγόμενο "Δημοπρατήριο") εγκαταστάθηκε στην πόλη πολιτική διοίκηση και "βουλευτές". Τότε αυξήθηκαν και τα ένοπλα σώματα από αστούς Αθηναίους ενώ προσήλθαν και άλλοι από τη Σαλαμίνα, την Αίγινα, την Κέα κλπ. [16]
Οι πολιορκούμενοι Τούρκοι ξέροντας ότι δεν θα μπορούσαν να κρατήσουν πολύ καιρό αν δεν έρχονταν βοήθεια, αποφάσισαν και επιχείρησαν μια νυχτερινή έξοδο. Την νύχτα της 15ης Μαϊου του 1821, 15 Τούρκοι με αρχηγό τον Μεχμετάκο Τουραλή, κατόρθωσαν να περάσουν μέσα από τις ελληνικές γραμμές και να φτάσουν μέχρι τη Χαλκίδα, [17]όπου και ανέφεραν τη δύσκολη κατάστασή τους. Από τη πλευρά τους, όλο και περισσότεροι Έλληνες μαζεύονταν -κυρίως από τα γειτονικά νησιά- να βοηθήσουν τους Αθηναίους στην πολιορκία. Την 8η Ιουνίου οι Τούρκοι σκότωσαν τους 8 από τους 12 Αθηναίους προκρίτους που κρατούσαν ως ομήρους στην Ακρόπολη και πέταξαν τα κεφάλια τους από τα τείχη της Ακρόπολης. Κατά τήν παράδοση, η κεφαλή του ιερομόναχου Φιλαρέτου Τριανταφύλλη έμεινε σφηνωμένη σε ένα βράχο και την επομένη έγινε μάχη μεταξύ Αθηναίων και Τούρκων για την περισυλλογή της, ενώ τα γεγονότα φούντωσαν το μίσος των Αθηναίων.
Περί τα μέσα Ιουνίου σκοτώθηκε ο Δήμος Αντωνίου που είχε την γενική αρχηγεία και λόγω ασυμφωνίας μεταξύ γκαγκαραίων και ξωτάρηδων ο Δημ. Υψηλάντης διόρισε αρχηγό των Αθηνών τον εκ Ρωσίας Λιβέριο Λιβερόπουλο, ο οποίος όμως δεν είχε στρατιωτική πείρα. Ο Λιβερόπουλος έφτασε στην Αθήνα ντυμένος με τη στενή μαύρη στολή του Ιερολοχίτου. Οι Τούρκοι βλέποντας αρκετούς από τους πολιορκητές να φορούν τα "στενά" (δηλ. ευρωπαϊκές στολές) πείσθηκαν ότι οι επαναστάτες είχαν υποστήριξη από ευρωπαϊκές δυνάμεις και απελπίστηκαν.
Στα μέσα Ιουλίου 1821 τουρκικός στρατός με επικεφαλής τον Ομέρ Βρυώνη και τον Ομέρ μπέη της Καρύστου κατέβηκε προς την Ανατολική Στερεά. Οι Αθηναίοι φοβηθέντες έλυσαν την πολιορκία της Ακρόπολης και εγκατέλειψαν την πόλη. Όσοι κατάφεραν να ξεφύγουν, έφυγαν για την Αίγινα, τη Σαλαμίνα, ακόμα και στο ελληνικό στρατόπεδο του Ισθμού. Έτσι, οι Τούρκοι διέλυσαν τη πρώτη πολιορκία των Αθηνών. Ο Ομέρ Βρυώνης έδειξε ότι ήθελε να παραμείνει στην στην Αθήνα και μάλιστα τέλεσε τον γάμο του με την κόρη ενός Τούρκου ιερωμένου. Όμως γύρω στα μέσα Οκτωβρίου του 1821 αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Αθήνα, για να βοηθήσει τον Χουρσίτ Πασά στην Ήπειρο. Αλλά και ο Ομέρ μπέης αναγκάστηκε να γυρίσει πίσω στην Εύβοια. Έτσι η Αθήνα έμεινε και πάλι, μόνο με τη φρουρά της Ακρόπολης. Όλο αυτό το διάστημα οι Έλληνες συνέχιζαν να παρενοχλούν τα τουρκικά στρατεύματα, και μόλις έμαθαν οτι ο Βρυώνης έφυγε, άρχισαν πάλι να μαζεύονται στη πόλη, για να πολιορκήσουν και πάλι την Ακρόπολη. Γρήγορα έγινε αντιληπτό ότι ο Λιβερόπουλος δεν μπορούσε να έχει την αρχηγία των Αθηνών. Μεταξύ διαφόρων διεκδικητών τελικώς η αρχηγία ανετέθη στον Ηλία Μαυρομιχάλη, γιό του Πετρόμπεη. Την 3η Νοεμβρίου 1821 οι Έλληνες ανακατέλαβαν την πόλη και πολιόρκησαν και πάλι την Ακρόπολη ενώ επανήλθαν από τα νησιά οι οικογένειες που είχαν φύγει. Οι πολιορκητές αρχικά στέρησαν από τους Τούρκους το νερό που έπαιρναν από ένα πηγάδι κοντά στο Ηρώδειο θέατρο, το λεγόμενο "Σκερπετζέ". Την 13η Νοεμβρίου, εορτή του Ιωάννου του Χρυσοστόμου, ο οπλαρχηγός Παναγής Κτενάς μετά τον αγιασμό των όπλων κάλεσε τους άνδρες του να πολεμήσουν με ανδρεία, φωνάζοντας προς αυτούς "Βρωμόσκυλα, θα τη βγάλουμε με καθαρό πρόσωπο" (χρησιμοποιώντας την ύβρι με την οποία οι Τούρκοι αποκαλούσαν τους Έλληνες). Επιτέθηκαν εναντίον των τουρκαλβανών που φρουρούσαν το πηγάδι και τους απώθησαν στα βράχια της Ακρόπολης. Η πολιορκία αργότερα ενισχύθηκε με κανόνι που έβαλε από τον Άρειο Πάγο, ενώ ειδικός στην κατασκευή υπονόμων κατόρθωσε ανατινάξει μέρος των τειχών της Ακρόπολης. Τελικά, οι Τούρκοι παρέδωσαν την Ακρόπολη την 9η Ιουνίου 1822. Ο Διονύσιος έστειλε ανθρώπους να δώσουν νερό στους διψασμένους Τούρκους, πολλοί των οποίων όμως πέθαναν πίνοντας αχόρταγα μεγάλη ποσότητα. Οι Τούρκοι εγκατέλειψαν με ασφάλεια την Ακρόπολη, παρουσία των Αυστριακών πρέσβεων, την 10η Ιουνίου 1822 αφού παρέδωσαν τα κλειδιά του φρουρίου στον Παναγιώτη Κτενά. [18] Ο Κτενάς ατυχώς σκοτώθηκε όταν εξερράγη το κανόνι που πυροδότησε για να πανηγυρίσει την κατάληψη της Ακρόπολης. Έτσι οι Αθηναίοι ελευθερώθηκαν για πρώτη φορά.
Η συνέχεια της Επανάστασης
Μετά την κατάληψη της Ακρόπολης, οι Τούρκοι που παραδόθηκαν συνέχισαν να ζουν στην Αθήνα, ενώ τα γυναικόπαιδα παρέμεναν υπό την προστασία των προξενείων της Γαλλίας και της Αυστρίας. Όταν έγινε γνωστό στην Αθήνα ότι κατέρχεται ο Δράμαλης με ισχυρό στρατό για να συντρίψει την επανάσταση, οι Τούρκοι αναθάρρησαν και άρχισαν να προπηλακίζουν και να απειλούν τους χριστιανούς. Αφορμή για συγκρούσεις δόθηκε όταν Χιώτες που είχαν επιβιώσει από τη σφαγή της Χίου και Κεφαλλονίτες επιτέθηκαν εναντίον Τούρκων τις 27 και 28 Ιουνίου 1822.
Στο μεταξύ οι Αθηναίοι, προ του κινδύνου του Δράμαλη, δεν είχαν φροντίσει για την άμυνα, ενώ πολλοί κατέφευγαν πάλι προς τη Σαλαμίνα. Ο Πουκεβίλ κατηγορεί Γάλλους ναύτες που βρίσκονταν στον Πειραιά ότι εμπόδιζαν τους Έλληνες να φύγουν προς τη Σαλαμίνα ενώ υποστήριζαν τους Τούρκους. Μετά από πρόσκληση των εφόρων αρκετοί νέοι έσπευσαν να εφοδιάσουν και να οχυρώσουν την Ακρόπολη. Ενώ στην Πελοπόννησο δίνονταν μάχες κατά του Δράμαλη, στην Αθήνα ξέσπασε διχόνοια μεταξύ οπλαρχηγών για την κυριαρχία στην Ακρόπολη. Τελικά η μία φατρία κάλεσε τον Οδυσσέα Ανδρούτσο να καταλάβει την Ακρόπολη. Αυτός εισήλθε την 21 Αυγούστου 1822 ακολουθούμενος από τον υπαρχηγό του Ιωάννη Γκούρα και 150 οπλίτες. Ο Οδυσσέας οχύρωσε την Ακρόπολη και ζήτησε από τους Αθηναίους να του υπογράψουν ομόλογο έναντι της αξίας των εφοδίων που ο ίδιος είχε καταβάλλει. Αναχώρησε προσωρινά από την Ακρόπολη αφήνοντας τον Γκούρα φρούραρχο και ουσιαστικά κύριο της Αθήνας. Στην Ακρόπολη είχαν εγκατασταθεί και οι οικογένειες των Ανδρούτσου και Γκούρα καθώς και άλλων ρουμελιωτών ώστε να έχουν προσωπικό ενδιαφέρον για την άμυνα της πόλης. Μεταξύ των συζύγων των δύο αρχηγών ξέσπασε αντιζηλία για τα πρωτεία, το οποίο και στάθηκε αφορμή της εχθρότητας μεταξύ των δύο ανδρών. Στη διαμάχη ενεπλάκησαν πολλοί έφοροι και ο φιλέλληνας Στάνχοπ που ήλθε στην Αθήνα το φθινόπωρο μαζί με τον επανερχόμενο Οδυσσέα.
Οι Αθηναίοι συμμετείχαν στον αγώνα κατά του κατερχόμενου εχθρού. Στην Τιθορέα (Βελίτσα) αγωνίστηκαν 350 οπλίτες υπό τον Οδυσσέα και τους οπλαρχηγούς Ν. Σαρή, Μήτρο Λέκκα, Ν. Αργύρη, Μελέτη Βασιλείου και Ι. Ντάβαρη. Αρχικά ανέκοψαν τον εχθρό αλλά τελικά διασκορπίστηκαν. Ο Ν. Σαρής συνελήφθη και δραπέτευσε ενώ οδηγείτο προς Λάρισα, για να φονευθεί αργότερα στην Αθήνα, θύμα της αντιπαλότητας Ανδρούτσου και Γκούρα. Το καλοκαίρι του 1823 η Αθήνα είχε κυκλωθεί από παντού από οθωμανικά στρατεύματα και στο στόλο. Από βορρά κατερχόταν ο Γιουσούφ Μπερκόφτσαλης με τον διοικητή της Αδριανούπολης Σελήμ Σαλήχ πασά, ενώ από τη Χαλκίδα εκστράτευε ο Καρυστινός Ομέρ μπέης. Οι οικογένειες κατέφυγαν και πάλι στη Σαλαμίνα ενώ ταυτόχρονα τον τόπο μάστιζε επιδημία. Ο Γκούρας είχε εφοδιάσει και οχυρώσει την Ακρόπολη. Οι εχθροί έφτασαν μέχρι τους Αμπελοκήπους αλλά μετά αποχώρησαν παίρνοντας αιχμαλώτους γυναικόπαιδα. Ο Μπερκόφτσαλης ασθένησε σοβαρά και πολλοί πέθαναν από τον λοιμό. Το φθινόπωρο επανήλθε από την Εύβοια ο Οδυσσέας. Ο Στάνχοπ έφερε μαζί του και μια τυπογραφική μηχανή με την οποία τυπώθηκαν διάφορα έντυπα, μεταξύ των οποίων και η "Εφημερίς των Αθηνών", η πρώτη αθηναϊκή εφημερίδα υπό τον Γεώργιο Ψύλλα. Επίσης επανασυστήθηκε η Φιλόμουσος Εταιρεία Αθηνών, γίνονταν ανασκαφές και άρχισαν να λειτουργούν ορισμένα σχολεία, με οικονομική βοήθεια και από τα μοναστήρια της Αττικής. Η ζωή στην Αθήνα άρχιζε να αποκαθίσταται. Στα σχολεία εισήχθη η διδασκαλία μέσω της αλληλοδιδακτικής μεθόδου και η εκμάθηση ξένων γλωσσών.
Το καλοκαίρι του 1824 έγινε νέα εκστρατεία με επικεφαλής τον Ιμπραήμ ή Δερβίς πασά. Αυτός διέταξε τον Ομέρ Βρυώνη να επιτεθεί από τη Δυτική Ελλάδα και τον Ομέρ Καρυστινό μπέη από την Ανατολική, ενώ ο ίδιος θα επετίθετο στην Πελοπόννησο από τη Φωκίδα και την Αιγιαλεία. Ο Ομέρ Καρυστινός με 4.000 άνδρες, μεταξύ των οποίων 2.000 γενίτσαροι που είχαν σταλεί από την Κωνσταντινούπολη, αποβιβάστηκε από τη Χαλκίδα στον Μαραθώνα και άρχισε να λεηλατεί την ύπαιθρο. Ο Γκούρας αποφάσισε να αμυνθεί μόνο με 300 άνδρες κατά τον Σουρμελή ή 600 κατά τον Τρικούπη. Η ιστορικότητα του χώρου και οι εμφύλιες αντιπαλότητες που είχαν προηγηθεί έκαναν τον Γκούρα να ενθαρρύνει τους λίγους άνδρες του υπενθυμίζοντας την αρχαία μάχη του Μαραθώνα. Οι ολιγάριθμοι Αθηναίοι οχυρωμένοι σε πρόχειρα ταμπούρια αντιστάθηκαν αποτελεσματικά από την 3η έως την 6η Ιουλίου αναγκάζοντας τους εχθρούς να διασκορπιστούν και να εισβάλλουν στην Αττική από άλλες διαδρομές. Την τελευταία μέρα κινδύνευσε ολόκληρο το σώμα του Γκούρα και διασώθηκε χάρη στην επέμβαση επικουρίας υπό τον Δ. Ευμορφόπουλο. Οι εχθροί αποχώρησαν και οι Έλληνες έστειλαν ως τρόπαια στην Αθήνα τριάντα κεφάλια και δύο σημαίες. Μεταξύ των Οθωμανών που σκοτώθηκαν ήταν ο αρχηγός των γενιτσάρων Ιμπραήμ και ο Αμπεδίν-μπέης, ανιψιός του Ομέρ Καρυστινού και αρχηγός των ντελήδων.
Οι νικητές Αθηναίοι, απασχολημένοι με την λαφυραγωγία των νεκρών, δεν καταδίωξαν τους υποχωρούντες Οθωμανούς οι οποίοι συγκεντρώθηκαν στο Καπανδρίτι με σκοπό να εισβάλλουν μέσω Κάζας και Φυλής.
Τον Οκτώβριο του 1824, πραγματοποιήθηκε μια καταγραφή στην επαναστατημένη Αθήνα, σύμφωνα με την οποία στην Πόλη υπήρχαν 9.040 κάτοικοι και 1.605 σπίτια, που κατανέμονταν σε 35 ενορίες.[19]
Η Αθήνα, πρωτεύουσα του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους
Η Αθήνα ήταν μια μικρή ημιέρημη και μισοκατεστραμμένη πόλη (από τις αλλεπάλληλες πολιορκίες κατά τη διάρκεια του Αγώνα της Ανεξαρτησίας), όταν έγινε πρωτεύουσα του νέου Βασιλείου της Ελλάδας το 1833.
Μετά την απελευθέρωση, με πρωτοβουλία του Βασιλιά Όθωνα, η Αθήνα χαρακτηρίζεται νέα πρωτεύουσα. Το 1834 ανοικοδομείται και σχεδιάζεται η επέκταση της προς βορρά της παλαιάς πόλης, από τους αρχιτέκτονες Σταμάτη Κλεάνθη, Έντουαρτ Σάουμπερτ (Eduard Schaubert) και τον βασιλικό σύμβουλο Λέο φον Κλέντσε (Leo von Klenze). Ως πρωτεύουσα του νέου ελληνικού κράτους και κέντρο των πολιτικών εξελίξεων, η Αθήνα υπήρξε τόπος γεγονότων-οροσήμων της νεότερης ελληνικής ιστορίας. Τις επόμενες δεκαετίες η Αθήνα ανοικοδομήθηκε κατά τα πρότυπα σύγχρονης πόλης. Η επόμενη φάση μεγάλης επέκτασης ήταν το 1923 μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, οπότε πολλές γειτονιές δημιουργήθηκαν, κυρίως άναρχα, από πρόσφυγες της Μικράς Ασίας.
Εδώ έγινε η Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου το 1843, που αναδιαμόρφωσε την πολιτειακή φυσιογνωμία του κράτους. Η πόλη έγινε θέατρο πολυάριθμων κινημάτων και πραξικοπημάτων για περισσότερα από 50 χρόνια, από το στρατιωτικό κίνημα στο Γουδί, τα πολυάριθμα κινήματα του ελληνικού μεσοπολέμου έως το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου του 1967. Εδώ παίχτηκε η πρώτη πράξη του Ελληνικού Εμφυλίου, τα Δεκεμβριανά, όπως επίσης αποκαταστάθηκε η κοινοβουλευτική δημοκρατία μετά την πτώση της Χούντας το 1974.
Μετά τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο
Κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η πόλη κατακτήθηκε από τους Γερμανούς και ιδιαίτερα κατά τα τελευταία χρόνια του πολέμου υπέφερε πάρα πολύ, κυρίως από λιμό[20] και υπέστη μεγάλες καταστροφές. Μετά τον πόλεμο η πόλη άρχισε ξανά να μεγαλώνει, ιδιαίτερα κατά τη δεκαετία του '60, οπότε παρατηρήθηκε έκρηξη στην οικοδομική δραστηριότητα, με την ανέγερση πολλών πολυκατοικιών τόσο στο κέντρο όσο και στα προάστια της Αθήνας.
Η είσοδος της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (τότε Ε.Ο.Κ.) το 1981 έφερε καινούργιες επενδύσεις στην πόλη, μαζί όμως με προβλήματα κυκλοφοριακού και ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Η χρήση καταλυτικών οχημάτων βελτίωσε κατά πολύ την ποιότητα της ατμόσφαιρας, χωρίς ωστόσο να λυθεί οριστικά το πρόβλημα που στον 21ο αιώνα αφορά κυρίως ρύπους, όπως το όζον και τα αιωρούμενα σωματίδια. Η κατασκευή του κέντρου βιολογικού καθαρισμού στη νησίδα της Ψυττάλειας, όπου γίνεται η επεξεργασία των λυμάτων της Αθήνας, βελτίωσε βραχυπρόθεσμα την ποιότητα των θαλασσών και των παραλιών της Αττικής, πριν ανακύψει πρόβλημα διάθεσης της λυματολάσπης.
Το κέντρο της αρχαίας πόλης εντοπίζεται πέριξ του λόφου της Ακρόπολης, στο Θησείο και την Πλάκα. Οι περιοχές αυτές σήμερα, πέρα από τον τουριστικό τους χαρακτήρα, αποτελούν και τις πιο ακριβές ζώνες του κέντρου (μαζί με το Σύνταγμα και το Κολωνάκι κάτω από τον λόφο του Λυκαβηττού). Το ιστορικό κέντρο των Αθηνών εντοπίζεται σε αυτή τη ζώνη, μαζί με το Μοναστηράκι, το οποίο αποτελεί δημοφιλή τουριστικό και εμπορικό προορισμό για τους επισκέπτες. Χαρακτηριστικό είναι και το τρενάκι στην Πλάκα για την περιήγηση των τουριστών, όπως επίσης και η τουριστική λεωφορειακή γραμμή που γυρνάει το κέντρο.
Το κέντρο της σύγχρονης πόλης είναι η Πλατεία Συντάγματος, όπου είναι εγκατεστημένα τα παλαιά βασιλικά ανάκτορα τα οποία σήμερα στεγάζουν το Κοινοβούλιο, καθώς και άλλα δημόσια κτίρια του 19ου αιώνα. Κατά τις 3 δεκαετίες που ακολούθησαν τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμοοικοδομήθηκαν πολλά νέα πολυώροφα κτίρια, τα οποία και χαρακτηρίζουν τη σημερινή εικόνα της πόλης.
Η Αθήνα είναι διοργανώτρια πόλη των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων της σύγχρονης εποχής (1896) και των Μεσοολυμπιακών του 1906. Στα νεότερα χρόνια διοργάνωσε και τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 που διαρκούν από τις 13 έως τις 29 Αυγούστου του 2004.
Το παλαιό κτίριο του Πανεπιστημίου Αθηνών στη Λεωφόρο Πανεπιστημίου είναι ένα από τα πιο καλαίσθητα κτίρια των Αθηνών μαζί με το κτίριο της Εθνικής Βιβλιοθήκης και την Ακαδημία Αθηνών. Τα τρία αυτά κτίρια, τα λεγόμενα ως «Τριλογία των Αθηνών», κατασκευάστηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα. Αρκετές από τις εκπαιδευτικές δραστηριότητες των πανεπιστημίων έχουν μεταφερθεί σήμερα στην Πανεπιστημιούπολη Ζωγράφου. Μία ακόμα σπουδαία ακαδημαϊκή σχολή της Αθήνας είναι το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (Ε.Μ.Π.), ένα από τα σημαντικότερα τεχνικά ιδρύματα της Ευρώπης. Στην ίδια περιοχή με το Πολυτεχνείο είναι εγκατεστημένο το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΟΠΑ), ενώ στην περιοχή του Βοτανικού βρίσκεται το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Άλλες σχολές εδρεύουν στα προάστια της πόλης, όπως η Γυμναστική Ακαδημία των Αθηνών (ΤΕΦΑΑ) στη Δάφνη, η ΣΕΛΕΤΕ στο Μαρούσι και άλλες.
Δημογραφία
Η Μυκηναϊκή Αθήνα (1.600 - 1.100 π.Χ.) μπορεί να είχε φτάσει το μέγεθος της Τίρυνθας. Αυτό οριοθετεί τον πληθυσμό στην τάξη των 10 ως 15 χιλιάδων. τη Γεωμετρική εποχή το 1.000 π.Χ. ο πληθυσμός της Αθήνας ήταν μέχρι 4.000 άνθρωποι. Το 700 π.Χ. ο πληθυσμός είχε αυξηθεί στις 10.000. Το 500 π.Χ. το κράτος της Αθήνας είχε πιθανόν 200.000 ανθρώπους. Και την κλασική περίοδο το 431 π.Χ. εμφάνιζε ένα πληθυσμό με διαφορετικές εκτιμήσεις που κυμαίνονταν από 150.000 ως 350.000 και μέχρι 610.000 σύμφωνα με το Θουκυδίδη. Όταν ο Δημήτριος ο Φαληρεύς διενέργησε μια απογραφή πληθυσμού το 317 π.Χ. ο πληθυσμός ήταν 21.000 ελεύθεροι πολίτες, 10.000 σύμμαχοι έποικοι και 400.000 δούλοι, δηλαδή συνολικά 431.000 στη μείζονα Αθήνα.
Ο δήμος Αθηναίων έχει επίσημα πληθυσμό 664.046, ενώ μαζί με τις τέσσερις Περιφερειακές Ενότητες (Κεντρικού, Βόρειου, Νότιου και Δυτικού Τομέα Αθηνών) έχει συνολικά πληθυσμό 2.640.701 (απογραφή 2011). Μαζί με την Περιφερειακή Ενότητα του Πειραιά αποτελούν το Πολεοδομικό Συγκρότημα της Αθήνας με πληθυσμό 3.074.160.
Η αρχαία πόλη της Αθήνας είχε το κέντρο της στο βραχώδη λόφο της Ακρόπολης. Το λιμάνι του Πειραιά ήταν ξεχωριστή πόλη, αλλά σήμερα έχει απορροφηθεί στο Πολεοδομικό Συγκρότημα της Αθήνας. Η γρήγορη επέκταση της πόλης, που συνεχίζεται ακόμη και σήμερα, ξεκίνησε τις δεκαετίες του 1950 και 1960, λόγω της μετεξέλιξης της Ελλάδας από αγροτική σε βιομηχανική χώρα. Η επέκταση σήμερα είναι ιδιαίτερα προς τα Ανατολικά και τα Βορειοανατολικά (μια τάση που σχετίζεται πολύ με το νέο Διεθνές Αεροδρόμιο Ελευθέριος Βενιζέλος και την Αττική Οδό, τον αυτοκινητόδρομο που διασχίζει την Αττική). Με αυτή τη διαδικασία η Αθήνα έχει ενσωματώσει πολλά πρώην προάστια και χωριά στην Αττική και συνεχίζει να το κάνει. Ο παρακάτω πίνακας δείχνει την ιστορία του πληθυσμού της Αθήνας τα νεότερα χρόνια.
Ετος | Πληθυσμός δήμου Αθηναίων | Πληθυσμός Πολ. Συγκ. | Μητροπολιτικός Πληθυσμός |
---|---|---|---|
1833 | 4,000[21] | – | – |
1870 | 44,500[21] | – | – |
1896 | 123,000[21] | – | – |
1921 (Πριν την Ανταλλαγή Πληθυσμών) | 473,000[22] | – | – |
1921 (Μετά την Ανταλλαγή Πληθυσμών) | 718,000[21] | – | – |
1971 | 867,023 | - | 2,540,241[23] |
1981 | 885,737 | – | 3,369,443 |
1991 | 772,072 | 3,444,358 | 3,523,407[24] |
2001 | 745,514[25] | 3,165,823[25] | 3,761,810[25] |
2011 | 664,046 | 3,090,508 | 3,753,783[26] |
Λεπτομέρειες
Το Κέντρο της Ελληνικής πρωτεύουσας βρίσκεται στο Δήμο Αθηναίων, που είναι ο μεγαλύτερος σε πληθυσμό στην Ελλάδα. Ο Πειραιάς σχηματίζει επίσης ένα σημαντικό κέντρο στη δική του πόλη, μέσα στο Πολεοδομικό Συγκρότημα της Αθήνας, και είναι δεύτερος σε πληθυσμό δήμος μέσα σε αυτό, με το Περιστέρι και την Καλλιθέα να ακολουθούν.
Το Πολεοδομικό Συγκρότημα της Αθήνας συνίσταται σήμερα από 40 δήμους, 35 από τους οποίους αποτελούν τους δήμους της Μείζονος Αθήνας, ενταγμένους σε 4 περιφερειακές ενότητες (Βόρειας Αθήνας, Δυτικής Αθήνας, Κεντρικής Αθήνας, Νότιας Αθήνας) και 5 ακόμη, που αποτελούν τους δήμους του Μείζονος Πειραιά, που ανήκουν στην Περιφερειακή Ενότητα Πειραιώς. Το πυκνοκατοικημένο Πολεοδομικό Συγκρότημα της Ελληνικής πρωτεύουσας απλώνεται σε 412 τ.χ. σε όλο το Λεκανοπέδιο Αττικής και έχει συνολικό πληθυσμό 3.090.508 (το 2011).
Η Μητροπολιτική Περιοχή της Αθήνας καλύπτει 2.928,717 τ.χ. στην περιφέρεια Αττικής και περιλαμβάνει ένα σύνολο 58 δήμων, που είναι οργανωμένοι σε 7 περιφερειακές ενότητες (οι παραπάνω μαζί με την Ανατολική Αττική και τη Δυτική Αττική με πληθυσμό 3.753.783. Η Αθήνα και ο Πειραιάς είναι τα δύο Μητροπολιτικά Κέντρα της Μητροπολιτικής Περιοχής της Αθήνας. Υπάρχουν επίσης μερικά Διαδημοτικά Κέντρα, που εξυπηρετούν συγκεκριμένες περιοχές. Για παράδειγμα το Μαρούσι, η Κηφισιά και η Γλυφάδα λειτουργούν ως Διαδημοτικά Κέντρα για τα Βόρεια, μακρινά Βόρεια και Νότια προάστια της Αθήνας αντίστοιχα, ενώ το Περιστέρι εξυπηρετεί τα Δυτικά προάστια.
Διοίκηση
Τοπική Αυτοδιοίκηση
Η σύγχρονη πόλη της Αθήνας αποτελείται από τη συνένωση πολλών μικρότερων πόλεων και χωριών που επεκτάθηκαν για να συνθέσουν μία μεγάλη ενιαία πόλη· η επέκταση αυτή συνέβη τον 20ό αιώνα. Το πολεοδομικό συγκρότημα της Αθήνας αποτελείται από 35 δήμους, ο μεγαλύτερος των οποίων είναι ο Δήμος Αθηναίων με 664.046 κατοίκους (απογραφή 2011).
Όταν αναφερόμαστε στην Αθήνα, αναφερόμαστε συνήθως στην Αθήνα με τα προάστια ή αλλιώς «μείζονα περιοχή της Αθήνας», ενώ ορισμένες φορές αναφερόμαστε στο Δήμο Αθηναίων ή στο «κέντρο της Αθήνας». Κάθε δήμος της μείζονος περιοχής της Αθήνας είναι αυτοδιοικούμενος από το Δήμαρχο και το Δημοτικό Συμβούλιο.
Η Ντόρα Μπακογιάννη εκλέχθηκε Δήμαρχος Αθηναίων τον Οκτώβριο του 2002. Ήταν η πρώτη γυναίκα δήμαρχος της πόλης. Μετά την αποχώρησή της το Φεβρουάριο του 2006, λόγω ανάληψης του Υπουργείου Εξωτερικών, δήμαρχος ανέλαβε έπειτα από εκλογές στο Δημοτικό Συμβούλιο ο Θεόδωρος Μπεχράκης. Στις δημοτικές εκλογές του Οκτωβρίου του 2006 εκλέχθηκε Δήμαρχος Αθηναίων ο Νικήτας Κακλαμάνης από τον πρώτο γύρο. Στις επόμενες εκλογές, το Νοέμβριο του 2010, η δημαρχία της πόλης πέρασε στο Γιώργο Καμίνη.
Με την εφαρμογή της νέας διοικητικής διαίρεσης της χώρας κατά το Πρόγραμμα Καλλικράτης το 2011 και σύμφωνα με το άρθρο 1 § 5.1. Β αυτού, ουδεμία μεταβολή επήλθε στο Δήμο Αθηναίων εκτός της μετονομασίας των δημοτικών διαμερισμάτων σε δημοτικές κοινότητες.
Δημοτικές κοινότητες Δήμου Αθηναίων
Ο Δήμος Αθηναίων χωρίζεται σήμερα διοικητικά σε επτά δημοτικές κοινότητες (πρώην διαμερίσματα), σύμφωνα με το άρθρο 2 § 4 του Προγράμματος Καλλικράτης, οι οποίες αριθμούνται σε 1η, 2η, 3η, 4η, 5η, 6η και 7η:
- H 1η δημοτική κοινότητα περιλαμβάνει το κέντρο των Αθηνών με το λεγόμενο εμπορικό τρίγωνο (Σύνταγμα, Κολωνάκι, Ιλίσια, Εξάρχεια, Ομόνοια, Μοναστηράκι, Πλάκα, Κουκάκι);
- H 2η δημοτική κοινότητα περιλαμβάνει τις ΝΑ. συνοικίες (Νέος Κόσμος, Στάδιο, Παγκράτι);
- H 3η δημοτική κοινότητα περιλαμβάνει τις ΝΔ. συνοικίες (Βοτανικός, Πετράλωνα, Κεραμεικός, Θησείο);
- H 4η δημοτική κοινότητα περιλαμβάνει τις Δ. συνοικίες (Κολωνός, Ακαδημία Πλάτωνος, Σεπόλια μέχρι Κάτω Πατήσια);
- H 5η δημοτική κοινότητα περιλαμβάνει τις ΒΔ. συνοικίες (Κάτω Πατήσια μέχρι Προμπονά);
- H 6η δημοτική κοινότητα περιλαμβάνει τις Β. κεντρικές συνοικίες (Πλ. Αττικής, Πλ. Αμερικής, Κυψέλη);
- H 7η δημοτική κοινότητα περιλαμβάνει τις ΒΑ. συνοικίες (Αμπελόκηποι, Γκύζη, Πολύγωνο, Ερυθρός Σταυρός, Γουδή, Ελληνορώσων).
Σε όλες τις παραπάνω δημοτικές κοινότητες συγκροτούνται κοινοτικά συμβούλια και υφίστανται επιμέρους δημοτικές υπηρεσίες.
Κεντρικός Τομέας Αθηνών
Ο Κεντρικός Τομέας Αθηνών απαρτίζεται από το Δήμο Αθηναίων στην καρδιά του αστικού ιστού και τους περιφερειακούς δήμους Ζωγράφου, Βύρωνα, Καισαριανής, Ηλιούπολης, Δάφνης-Υμηττού, Φιλαδέλφειας-Χαλκηδόνας και Γαλατσίου και αποτελεί τμήμα της ευρύτερης Αθήνας.
Ο πληθυσμός της περιφερειακής ενότητας Κεντρικού Τομέα Αθηνών ανέρχεται σε 1.029.520 κατοίκους και η πυκνότητα πληθυσμού της σε 11.796,14 κάτοικοι ανά τ.χλμ. Η έκτασή της είναι 87,3 τ.χλμ.
Τη θέση του Αντιπεριφερειάρχη της συγκεκριμένης ενότητας κατέχει η Άννα Παπαδημητρίου-Τσάτσου.
Πολιτισμός και σύγχρονη ζωή
Αρχαιολογικό κέντρο
Η πόλη είναι παγκόσμιο κέντρο αρχαιολογικής έρευνας. Εκτός από εθνικά ιδρύματα, όπως το Πανεπιστήμιο Αθηνών, την Αρχαιολογική Εταιρεία, αρκετά αρχαιολογικά μουσεία, όπως το Εθνικό Αρχαιολογικό, το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, το Επιγραφικό μουσείο, το Βυζαντινό Μουσείο, καθώς και τα μουσεία της Αρχαίας Αγοράς, της Ακρόπολης και του Κεραμεικού, η πόλη στεγάζει επίσης το εργαστήριο αρχαιομετρίας στο Κέντρο Ερευνών Δημόκριτος καθώς και τοπικές και εθνικές υπηρεσίες που ανήκουν στο Υπουργείο Πολιτισμού.Η Αθήνα φιλοξενεί 17 ξένα αρχαιολογικά ινστιτούτα (ή σχολές) που προωθούν και διευκολύνουν την έρευνα από επιστήμονες από τις χώρες προέλευσής τους (Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα, Αυστραλιανό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Αθηνών, Αυστριακό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Αθηνών, Βελγική Σχολή Αθηνών, Βρετανική Σχολή Αθηνών, Γαλλική Σχολή Αθηνών, Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Αθηνών, Γεωργιανό Ινστιτούτο Αθηνών, Δανικό Ινστιτούτο Αθηνών, Ελβετική Αρχαιολογική Σχολή στην Ελλάδα, Ιρλανδικό Ινστιτούτο Ελληνικών Σπουδών στην Αθήνα, Ιταλική Αρχαιολογική Σχολή Αθηνών, Καναδικό Ινστιτούτο στην Ελλάδα, Νορβηγικό Ινστιτούτο Αθηνών, Ολλανδικό Ινστιτούτο Αθηνών, Σουηδικό Ινστιτούτο Αθηνών, Φινλανδικό Ινστιτούτο Αθηνών). Έτσι η Αθήνα έχει πάνω από δέκα αρχαιολογικές βιβλιοθήκες και τρία εξειδικευμένα αρχαιολογικά εργαστήρια και είναι ο τόπος αρκετών εκατοντάδων ειδικών διαλέξεων, συνεδρίων και σεμιναρίων, καθώς και δεκάδων αρχαιολογικών εκθέσεων κάθε χρόνο. Οποιαδήποτε στιγμή βρίσκονται στην πόλη εκατοντάδες μελετητές και ερευνητές όλων των κλάδων της αρχαιολογίας.Mουσεία
Μεταξύ των σημαντικότερων μουσείων της Αθήνας είναι :- το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, το μεγαλύτερο αρχαιολογικό μουσείο της χώρας, και ένα από τα σημαντικότερα διεθνώς, περιλαμβάνει τεράστια συλλογή αρχαιοτήτων. Τα εκθέματά του καλύπτουν μια περίοδο μεγαλύτερη των 5.000 χρόνων, από την ύστερη Νεολιθική περίοδο μέχρι τη Ρωμαϊκή Ελλάδα.
- το Μουσείο Μπενάκη με τα αρκετά τμήματά του για καθεμιά από τις συλλογές του, που περιλαμβάνουν αρχαία, Βυζαντινή, Οθωμανική, Κινέζικη τέχνη και άλλα.
- το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο, ένα από τα σημαντικότερα μουσεία Βυζαντινής τέχνης.
- το Νομισματικό Μουσείο, που στεγάζει μια σημαντική συλλογή αρχαίων και σύγχρονων νομισμάτων.
- το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, με μια εκτεταμένη συλλογή Κυκλαδικής τέχνης, περιλαμβανομένων των περίφημων ειδωλίων από λευκό μάρμαρο.
- το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης, που άνοιξε το 2009, αντικαθιστώντας το παλιό μουσείο της Ακρόπολης. Το νέο μουσείο έχει αποδειχθεί εξαιρετικά δημοφιλές, με σχεδόν ένα εκατομμύριο επισκέπτες μόνο κατά τη θερινή περίοδο Ιουνίου-Οκτωβρίου 2009.
Υπάρχουν επίσης πολλά μικρότερα και ιδιωτικά μουσεία που εστιάζουν στον Ελληνικό πολιτισμό και τις τέχνες.Τουρισμός
Η Αθήνα έχει αποτελέσει ταξιδιωτικό προορισμό από την αρχαιότητα. Κατά την περασμένη δεκαετία βελτιώθηκαν οι υποδομές και οι κοινωνικές εξυπηρετήσεις της πόλης, εν μέρει λόγω της επιτυχούς υποψηφιότητάς της να διοργανώσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004. Η Ελληνική Κυβέρνηση, με τη βοήθεια της ΕΕ, χρηματοδότησε σημαντικά έργα υποδομής, όπως το τελευταίας τεχνολογίας Διεθνές Αεροδρόμιο Ελευθέριος Βενιζέλος, η επέκταση του δικτύου του Μετρό και ο νέος Αυτοκινητόδρομος της Αττικής Οδού.Ψυχαγωγία και παραστατικές τέχνες
Η Αθήνα διαθέτει 148 θεατρικές σκηνές, περισσότερες από οποιαδήποτε άλλη πόλη στον κόσμο, ανάμεσά τους το αρχαίο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού, στέγη του Φεστιβάλ Αθηνώναπό το Μάιο ως τον Οκτώβριο κάθε χρόνο. Εκτός από μεγάλο αριθμό πολυκινηματογράφων η Αθήνα διαθέτει υπαίθριους θερινούς κινηματογράφους με πράσινο. Η πόλη έχει επίσης χώρους μουσικής, όπως το Μέγαρο Μουσικής, που προσελκύει παγκόσμιας κλάσης καλλιτέχνες. Το Πλανητάριο της Αθήνας,[31] που βρίσκεται στη Λεωφόρο Συγγρού, είναι ένα από τα μεγαλύτερα και καλύτερα εξοπλισμένα ψηφιακά πλανητάρια στον κόσμο.Moυσική
Τα δημοφιλέστερα τραγούδια κατά την περίοδο 1870-1930 ήταν οι λεγόμενες Αθηναϊκές καντάδες, βασισμένες στις Επτανησιακές καντάδες, και τραγούδια που παρουσιάζονταν στο θέατρο (επιθεωρησιακά τραγούδια) σε επιθεωρήσεις, μιούζικαλ, οπερέτες και νυχτερινά έργα, που επικρατούσαν στη θεατρική σκηνή της Αθήνας.Σημαντικοί συνθέτες οπερετών και νυχτερινών έργων ήταν οι Κώστας Γιαννίδης, Διονύσιος Λαυράγκας, Νίκος Χατζηαποστόλου ενώ Ο Βαφτιστικός του Θεόφραστου Σακελλαρίδη παραμένει ίσως η δημοφιλέστερη οπερέτα. Παρά το γεγονός ότι τα Αθηναϊκά τραγούδια δεν ήταν αυτόνομες καλλιτεχνικές δημιουργίες (σε αντίθεση με τις καντάδες) και παρά την αρχική σύνδεσή τους με κυρίως θεατρικές μορφές τέχνης, έγιναν τελικά επιτυχίες ως ανεξάρτητα τραγούδια. Από τους σημαντικούς ηθοποιούς της Ελληνικής οπερέτας, που κατέστησαν επίσης δημοφιλή μια σειρά μελωδιών και τραγουδιών εκείνη την εποχή, ήταν οι Ορέστης Μακρής, Αννα και Μαρία Καλουτά, Βασίλης Αυλωνίτης, Αφροδίτη Λαουτάρη, Ελένη Παπαδάκη, Μαρίκα Νέζερ, Μαρίκα Κρεβατά και άλλοι. Μετά το 1930 παρατηρείται αμφιταλάντευση μεταξύ των αμερικανικών και ευρωπαϊκών μουσικών επιρροών και της Ελληνικής μουσικής παράδοσης. Έλληνες συνθέτες αρχίζουν να γράφουν μουσική, χρησιμοποιώντας τις μελωδίες του τάγκο, του βαλς, του σουίνγκ, του φοξτρότ, μερικές φορές σε συνδυασμό με μελωδίες στο ύφος του ρεπερτορίου των Αθηναϊκών καντάδων. Ο Νίκος Γούναρης ήταν ίσως ο διασημότερος συνθέτης και τραγουδιστής της εποχής.Το 1923, μετά την ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, πολλοί Έλληνες από τη Μικρά Ασία κατέφυγαν στην Αθήνα συνέπεια της Μικρασιατικής εκστρατείας. Εγκαταστάθηκαν σε φτωχογειτονιές και έφεραν μαζί τους τη μουσική του Ρεμπέτικου, κάνοντάς τη δημοφιλή και στην Ελλάδα, που αργότερα έγινε η βάση για τη Λαϊκή μουσική. Άλλες δημοφιλείς μορφές τραγουδιού σήμερα είναι τα ελαφρολαϊκά, το έντεχνο και τα δημοτικά.Εκπαίδευση
Στην Οδό Πανεπιστημίου, το παλιό κτίριο του Πανεπιστημίου, η Εθνική Βιβλιοθήκη και η Ακαδημία, αποτελούν την "Αθηναϊκή Τριλογία" και ανεγέρθηκαν στα μέσα του 19ου αιώνα.Οι περισσότερες λειτουργίες του Πανεπιστημίου έχουν μεταφερθεί στη μεγαλύτερη και σύγχρονη πανεπιστημιούπολη στο ανατολικό προάστιο του Ζωγράφου. Το δεύτερο ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα στην πόλη είναι το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, που βρίσκεται στην Οδό Πατησίων. Στο χώρο αυτό, στις 17 Νοεμβρίου 1973, πάνω από 13 φοιτητές σκοτώθηκαν και εκατοντάδες τραυματίστηκαν κατά την Εξέγερση του Πολυτεχνείου κατά της στρατιωτικής χούντας, που κυβερνούσε τη χώρα από τις 21 Απριλίου 1967 μέχρι τις 23 Ιουλίου 1974.Άλλα πανεπιστήμια, που βρίσκονται στην Αθήνα, είναι το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, το Πάντειο Πανεπιστήμιο, το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και το Πανεπιστήμιο Πειραιώς.Υπάρχουν συνολικά έντεκα κρατικά ιδρύματα ανώτατης και ανώτερης εκπαίδευσης στη Μητροπολιτική Περιοχή της Αθήνας, με χρονολογική σειρά ιδρύσεως: Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών(1837), Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (1837), Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών(1837), Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών (1920), Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών (1920), Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών (1927), Πανεπιστήμιο Πειραιώς (1938), ΤΕΙ Πειραιά (1976), ΤΕΙ Αθήνας (1983), Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο (1990) και Ανώτατη Σχολή Παιδαγωγικής και Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (2002).Υπάρχουν, επίσης, αρκετά άλλα ιδιωτικά κολέγια, καθώς η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων απαγορεύεται από το Σύνταγμα. Πολλά από αυτά είναι πιστοποιημένα από ξένα κράτη ή πανεπιστήμια.Υποδομές
Η Αθήνα είναι μια πόλη με ανεπτυγμένες υποδομές από τη δεκαετία του '50 έως σήμερα. Διαθέτει ένα πλούσιο δίκτυο αυτοκινητοδρόμων που τη συνδέουν με τις γειτονικές περιφέρειες, καθώς και πληθώρα λεωφορείων και τραμ που ενώνουν τις γειτονιές του λεκανοπεδίου και των περιχώρων των Αθηνών. Τα ΚΤΕΛ που εδρεύουν στο Πεδίον του Άρεως παρέχουν πρόσβαση στις γειτονικές πόλεις και την υπόλοιπη Ελλάδα, ενώ γίνονται τα τελευταία χρόνια απόπειρες εκσυγχρονισμού του εθνικού σιδηροδρομικού δικτύου που παραμένει πεπαλαιωμένο. Ο Ηλεκτρικός Σιδηρόδρομος λειτουργεί σε συνάρτηση με τις υπόγειες γραμμές του Μετρό έπειτα από την ανάπλασή του, ενώ το Τραμ συνδέει τους παράκτιους δήμους με το κέντρο της πόλης.Η Αθήνα διαθέτει πλήρες αποχετευτικό σύστημα, ηλεκτρικό φωτισμό από το 1889, ραδιοφωνικό κέντρο από το 1938 και τηλεόραση από το 1965.Μεταφορές
Η Πόλη είναι προσβάσιμη οδικώς από τις δύο μεγάλες εθνικές οδούς που διατρέχουν την Αττική, τον Αυτοκινητόδρομο 1 (Α1, Ε75) που εισέρχεται από τη βόρεια είσοδο του λεκανοπεδίου και την Εθνική Οδό 8α (GR-8A, E65 & E94) η οποία εισέρχεται από τα δυτικά. Καθίσταται προσεγγίσιμη επίσης μέσω του Λιμένος Πειραιώς, Ραφήνας και Λαυρίου. Από το 2004 ενώνεται με τον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών «Ελευθέριος Βενιζέλος» μέσω του κλειστού αυτοκινητοδρόμου της Αττικής Οδού. Είναι η πρώτη ελληνική πόλη που εξυπηρετείται από το Μετρό, ενώ το Σύστημα Μαζικών Μετακινήσεων από το 2000 και έπειτα εξελίσσεται σε ένα πολυσύνθετο και αλληλοσυνδεόμενο δίκτυο.Ένας δευτερεύων κλάδος της Αττικής Οδού, γνωστός ως «Δυτική Περιφερειακή Λεωφόρος Υμηττού», συνδέει την Καισαριανή με τα Γλυκά Νερά. Ο νέος αυτός δακτύλιος πραγματοποιεί οδικές συνδέσεις στο πρωτεύον οδικό δίκτυο της πόλης με 70 χιλιόμετρα, 21 εξόδους και 8 μεγάλους συγκοινωνιακούς κόμβους.Στην Αθήνα κυκλοφορεί και μεγάλος αριθμός ταξί (σε κίτρινο χρώμα). Τα ταξί της Αθήνας θεωρούνται φθηνότερα σε σύγκριση με αυτά της υπόλοιπης Ευρώπης.Ο αερολιμένας της Αθήνας είναι το Διεθνές Αεροδρόμιο Ελευθέριος Βενιζέλος στην πόλη των Σπάτων, ανατολικά της Αθήνας, που εγκαινιάστηκε το 2000, αντικαθιστώντας το Διεθνές Αεροδρόμιο του Ελληνικού, που εξυπηρετούσε την πόλη για 60 χρόνια. Η πρόσβαση στο αεροδρόμιο γίνεται μέσω οδικής σύνδεσης (για ιδιωτική μεταφορά, λεωφορειακή σύνδεση ή ταξί), καθώς και σιδηροδρομικής γραμμής. Επιπλέον, η Αθήνα διαθέτει τον κεντρικό σιδηροδρομικό σταθμό της Ελλάδας (Σταθμός Λαρίσης).Δημόσιες μεταφορές
Το σύστημα δημόσιων μεταφορών της Αθήνας αποτελείται από ένα δίκτυο λεωφορείων, τρόλεϊ και μέσων σταθερής τροχιάς (μετρό, προαστιακός σιδηρόδρομος και τραμ).Το μετρό της Αθήνας έχει τρεις γραμμές οι οποίες επισημαίνονται στους χάρτες με διαφορετικά χρώματα. Η Γραμμή 1 (πράσινη γραμμή) αφορά το παλαιότερο κομμάτι του δικτύου (ΗΣΑΠ), που συνδέει τον Πειραιά με την Κηφισιά μέσω του κέντρου της Αθήνας. Οι υπόλοιπες δύο γραμμές κατασκευάστηκαν κατά τη δεκαετία του 1990 και τέθηκαν σε λειτουργία τον Ιανουάριο του 2000.Οι γραμμές είναι διπλές και αποκλειστικά υπόγειες (κατασκευασμένες με NATM και TBM) σε μέσο βάθος 20 μέτρα από την επιφάνεια και διατομή σηράγγων 9 μέτρα. Η Γραμμή 2 (κόκκινη γραμμή) συνδέει το Eλληνικό με την Ανθούπολη, ενώ η Γραμμή 3 (μπλε γραμμή) συνδέει την Αγία Μαρίνα με το Αεροδρόμιο Ελευθέριος Βενιζέλος. Σε εξέλιξη βρίσκονται επεκτάσεις προς τον Πειραιά, την Αγία Βαρβάρα, τον Κορυδαλλό, την Νίκαια, τα Μανιάτικα, να περνάει από τον Πειραιά, και να καταλήγει στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, ενώ μελετάται η κατασκευή μιας τέταρτης γραμμής με καμπυλωτή διαδρομή από το Γαλάτσι, περνώντας από τα ανατολικά προάστια και καταλήγοντας στο Μαρούσι.Το δίκτυο των λεωφορείων αποτελείται από θερμικά οχήματα (ντιζελοκίνητα και φυσικού αερίου), καθώς και από ηλεκτροκίνητα τρόλεϊ.Το νέο δίκτυο του τραμ συνδέει το κέντρο της Αθήνας (πλατεία Συντάγματος) με τη Βούλα και το Νέο Φάληρο μέσω δύο διασταυρούμενων γραμμών. Αναμένεται η επέκτασή του προς και Πειραιά (και μελλοντικά προς Κερατσίνι και Πέραμα), ενώ νέες γραμμές είναι υπό μελέτη. Ο προαστιακός σιδηρόδρομος συνδέει το Διεθνές Αεροδρόμιο Ελευθέριος Βενιζέλος με τον Σταθμό Λαρίσης, τον Πειραιά και το Κιάτο. Μελλοντικά θα επεκταθεί προς τη Θήβα, την Χαλκίδα, τη Ραφήνα, το Λαύριο και το Ξυλόκαστρο.Ύδρευση και Αποχέτευση
Το αρχαιότερο υδραγωγείο είναι του Αδριανού που άρχισε να κατασκευάζεται το 130 μ.Χ. από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Αδριανό και ολοκληρώθηκε το 150 μ.Χ. από τον αυτοκράτορα Πίο Αντώνιο. Αργότερα όμως η δεξαμενή καταστράφηκε από τις επιδρομές εχθρών.Μετά τη φυγή των Τούρκων, η κυβέρνηση της χώρας αντιμετώπισε και το βασικό αυτό πρόβλημα της ύδρευσης. Με έρανο που έγινε επισκεύασε το υδραγωγείο, αλλά λόγω της αύξησης του πληθυσμού, μετά από πολλές προτάσεις για διάφορες γεωτρήσεις και μεταφορά νερών, αποφασίστηκε το 1892 να γίνει τεχνητή λίμνη στο Μαραθώνα. Την πρόταση αυτή την έκανε ο Εδουάρδος Καλενέκ και το έτος 1926 το δημόσιο της Ελλάδας και η εταιρεία Ούλεν έκαναν συμφωνία για τη λίμνη αυτή, που θα έδινε νερό στην πρωτεύουσα.Οι εργασίες άρχισαν τον Οκτώβριο του 1926 και τέλειωσαν μετά από 3 χρόνια. Τον Μάιο του 1931 είχαν κατασκευαστεί το φράγμα, ο αγωγός, τα διυλιστήρια και για πρώτη φορά στις 3 Ιουνίου η Αθήνα πήρε νερό από τη λίμνη.Το φράγμα έχει πλάτος στη βάση του 47 μ. και χωράει 44 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερό. Με το φράγμα του Μαραθώνα λύθηκε ως ένα σημείο το πρόβλημα της ύδρευσης της Αθήνας. Αργότερα όμως, με την ολοένα και μεγαλύτερη ανάπτυξη της πόλης, η ποσότητα του νερού της τεχνητής λίμνης δεν ήταν αρκετή για την ύδρευση της πρωτεύουσας. Εκτελέστηκαν έργα ύδρευσης από τη λίμνη Υλίκη, αλλά και πάλι το πρόβλημα ύδρευσης δε λύθηκε. Γι' αυτό προτάθηκε η λύση του Μόρνου. Έτσι τo 1979 κατασκευάστηκε το φράγμα του Μόρνου κοντά στο Λιδωρίκι της Φωκίδας και τροφοδότησε την Αθήνα με νερό.Την εποχή της τουρκοκρατίας υπήρχε μόνο ο υπόνομος της οδού Άρεως. Αργότερα, το 1838, άρχισε η κατασκευή μικρών υπονόμων στο κέντρο της πόλης που τελείωσε το 1840. Το 1858 έγινε συστηματική κατασκευή υπονόμου στη Σταδίου και στη συνέχεια στους άλλους κεντρικούς δρόμους, δημιουργώντας έτσι δίκτυο υπονόμων μόνο για το 118 της πόλης, ενώ το υπόλοιπο είχε υπονόμους που άδειαζαν στα γύρω περιβόλια. Αποτέλεσμα ήταν οι επιδημίες τύφου, δυσεντερίας και άλλων παθήσεων, που έκαναν τον κόσμο να υποφέρει και οι συχνές πλημμύρες, που προκαλούσαν ζημιές στην πόλη, όπως το 1896, όπου πνίγηκαν 17 άτομα. Τότε Έλληνες και ξένοι τεχνικοί έφτιαξαν σχέδιο για τον κανονισμό της κοίτης του Κηφισού και Ιλισού, αλλά μετά το 1925 ο Δήμος κατασκεύασε αποχετευτικά έργα και υποχρέωσε τους ιδιώτες να φτιάξουν στεγανούς βόθρους.Με τις μελέτες που έκανε ο Ιταλός Φαντόλι, ανατέθηκε η εκτέλεση αποχετευτικών έργων στην "Υδρέξ", Ανώνυμη Ελληνική Εταιρεία Υπονόμων. Η εταιρεία αυτή έκανε διάφορα σημαντικά έργα μέχρι τον Β' παγκόσμιο πόλεμο, που συνεχίστηκαν μετά την απελευθέρωση. Το 1950 ιδρύθηκε ο Ο.Α.Π., Οργανισμός Αποχέτευσης Περιοχής Πρωτεύουσας, για τη συντήρηση και εκμετάλλευση του δικτύου που υπήρχε και αυτού που θα κατασκεύαζε.Ο οργανισμός άρχισε να λειτουργεί το 1954 και συνεχίζει και σήμερα. Έφτιαξε τον Κεντρικό Αποχετευτικό Αγωγό από τέρμα Πατησίων και μέχρι τη Ν. Κοκκινιά, που σταμάτησε έτσι την αποχέτευση των ακαθαρσιών στο Ν. Φάληρο. Παρόλα αυτά δεν έχει ολοκληρωθεί το σύστημα αποχέτευσης της πρωτεύουσας και των προαστίων. Με τις δυνατές βροχές το κέντρο της πόλης πλημμυρίζει και σε ορισμένες συνοικίες σημειώνονται αρκετές καταστροφές σε σπίτια και καταστήματα.Ηλεκτροφωτισμός και ενέργεια
Ο αρχικός φωτισμός της πόλης ήταν με δαδιά, λυχνάρια και φανάρια του λαδιού, που διατηρήθηκε και τα πρώτα χρόνια μετά την απελευθέρωση από την τουρκοκρατία.Το 1835 κρεμάστηκαν φανάρια λαδιού στα κεντρικά σημεία της πόλης, που αρχικά ήταν 5-10 και το 1850 έφτασαν τα 200.Τα φανάρια αυτά αντικαταστάθηκαν με λάμπες πετρελαίου, τις οποίες το 1862 αντικατέστησε το φωταέριο. Το 1866 τα φανάρια φωταερίου έφτασαν τα 1.000 και τα έξοδα ήταν 130.000 δρχ.Ο φωτισμός της Αθήνας με ηλεκτρισμό άρχισε το 1889. Το πρώτο εργοστάσιο ηλεκτρισμού ήταν στη γωνία Πανεπιστημίου και Βουκουρεστίου, που έδωσε φως στις πλατείες Συντάγματος και Ομόνοιας και στο σπίτι του προέδρου της ηλεκτρικής εταιρείας Α. Μελά. Μετά από δυο χρόνια το εργοστάσιο μεταφέρθηκε ανάμεσα στο τετράγωνο μεταξύ των οδών Αριστείδου και Αιόλου με νέα μηχανήματα που αύξησαν την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος. Με την αύξηση του πληθυσμού και τη διάδοση του ηλεκτρισμού, το 1902 έγινε μεγαλύτερο εργοστάσιο στο Ν. Φάληρο, που έδινε φως στην Αθήνα, στον Πειραιά και στα προάστια. Η παραγωγή ήταν τόσο μεγάλη, με αποτέλεσμα να ηλεκτροδοτηθεί ο ηλεκτρικός σιδηρόδρομος Αθήνας και Πειραιά. Ηλεκτροφωτίστηκαν οι δρόμοι και οι πλατείες σε συνδυασμό με το φωταέριο, που φώτιζε ακόμη την πόλη.Κατά τη διάρκεια του Α' παγκόσμιου πολέμου, η Αθήνα φωτιζόταν μόνο στο κέντρο και από ηλεκτρικές λάμπες. Μετά το 1917 ηλεκτροφωτίστηκαν οι συνοικίες με λάμπες που έπαιρναν φως από τα σπίτια και μετά έγινε εγκατάσταση δικτύου ηλεκτροφωτισμού στους δρόμους και στις πλατείες. Τότε όμως το εργοστάσιο στο Ν. Φάληρο δεν μπορούσε να ανταποκριθεί στις ανάγκες της νέας μεγαλούπολης και πολλοί ιδιώτες έφτιαξαν μικρά εργοστάσια ηλεκτρικής παραγωγής.Η Γενική Ηλεκτρική Εταιρεία, που ιδρύθηκε το 1926, έκτισε νέο εργοστάσιο στο Κερατσίνι, που λειτούργησε το 1929 και ενίσχυσε και το εργοστάσιο του Ν. Φαλήρου αγοράζοντας και τα μικρά εργοστάσια των ιδιωτών.Μετά την απελευθέρωση από την ιταλογερμανική κατοχή, τα δυο εργοστάσια έφεραν και άλλες ηλεκτρογεννήτριες για να αυξήσουν την παραγωγή.Τηλεφωνία και ραδιοφωνία
Ο τηλέγραφος έγινε γνωστός στην Αθήνα το 1859 και τον μήνα Φεβρουάριο του ίδιου χρόνου έστειλαν στην Κωνσταντινούπολη από την Αθήνα το πρώτο τηλεγράφημα. Μετά την εφεύρεση του Μπελ, η Αθήνα και ο Πειραιάς είχαν δίκτυο τηλεφωνικής επικοινωνίας με τα πρώτα γραφεία τηλεφώνων, ένα στο ταχυδρομείο Αθήνας και στο ταχυδρομείο του Πειραιά το άλλο, το 1896 και με 60 συνδρομητές και τα δυο.Το 1908 εκπαιδεύτηκαν οι πρώτες Ελληνίδες τηλεφωνήτριες από μια Ελβετίδα και το 1926 έγινε η πρώτη σύνδεση Αθήνας-επαρχιών. Μετά από τέσσερα χρόνια, το 1930, έγινε σύμβαση με τη γερμανική εταιρεία "Ζίμενς και Χάλσκε", που ανάλαβε να φτιάξει εγκαταστάσεις για την επικοινωνία των κατοίκων της πόλης και της πόλης με τις επαρχίες. Μετά από λίγα χρόνια, το 1941, η πόλη είχε 42.700 γραμμές, που όμως έπαθαν πολλές ζημιές κατά τη διάρκεια της κατοχής και επισκευάστηκαν αργότερα.Σήμερα η πόλη διαθέτει σύγχρονη ψηφιακή υποδομή και συνδέεται τηλεφωνικά με την υπόλοιπη Ελλάδα και τον κόσμο.Το πρώτο ραδιοφωνικό κέντρο ιδρύθηκε τις 26 Μαρτίου 1938. Το κέντρο ονομάσθηκε Ε.Ι.Ρ. (Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας) με τρεις σταθμούς στην Αθήνα και εξέπεμπε για όλη τη χώρα. Το ραδιόφωνο διαδόθηκε σε όλα τα σπίτια και αποτελούσε την κυριότερη ψυχαγωγία για τους ανθρώπους.Στην Ελλάδα η ραδιοφωνία παρουσιάστηκε το 1924, όταν το Υπουργείο Ναυτικών έκανε προσπάθεια ραδιοφωνικής εκπομπής και, λίγο αργότερα, τον ίδιο χρόνο όμως, ένας όμιλος ερασιτεχνών στα εργαστήρια Φυσικής του Εθνικού Πανεπιστημίου με τον καθηγητή Πετρόπουλο θέλησε να φτιάξει ραδιοφωνικά μηχανήματα.Τέλος, τον Ιανουάριο του 1938 υπογράφτηκε σύμβαση με την εταιρεία "Τελεφούνκεν" (Telefunken) για να εγκαταστήσει πομπό και άρχισε και η κατασκευή των κτιρίων του Σταθμού των Νέων Λιοσίων και των εγκαταστάσεων του Ζαππείου. Το 1940 έγινε ενίσχυση του πομπού από το σταθμό της "Κέιμπλ εντ Γουάιρλες" και τα κύματά του έφθαναν μέχρι το εξωτερικό.Το ραδιόφωνο έπαιξε σημαντικό ρόλο στα χρόνια της κατοχής και της επτάχρονης δικτατορίας.Μέχρι το 2013, η Ελληνική Ραδιοφωνία (Ε.Ρ.Α.) περιλάμβανε τέσσερις κρατικούς σταθμούς με ποικίλα προγράμματα. Σημερα, παράλληλα, εκτός από τους κρατικούς σταθμούς, λειτουργούν και πολλοί ιδιωτικοί σταθμοί που υπάγονται στην ελεύθερη ραδιοφωνία.Τηλεόραση
Το 1966 ιδρύθηκε και ο πρώτος σταθμός τηλεόρασης, που συμπεριλήφθηκε στο Ε.Ι.Ρ. και ονομάστηκε Ε.Ι.Ρ.Τ. μέχρι το 1975. Το 1976 το Ε.Ι.Ρ.Τ. έγινε Ανώνυμη Εταιρεία με την ονομασία Ελληνική Ραδιοφωνία Τηλεόραση (Ε.Ρ.Τ.), μέχρι το 2013. Σήμερα εκπέμπει η νέα Δημόσια Τηλεόραση και από τον Μάρτιο του 2014 εκπέμπει και το νέο δίκτυο δημόσιας ραδιοτηλεοράσεως, η ΝΕΡΙΤ Α.Ε. από το 2015 επανήλθε η ΕΡΤ.Οι εκπομπές περιλαμβάνουν τη μετάδοση των δελτίων ειδήσεων και καιρού, μορφωτικά και ψυχαγωγικά προγράμματα, μετάδοση θεάτρου, ταινιών και ενημερωτικά δελτία για διάφορα θέματα.Αδελφοποιημένες πόλεις
Ο Δήμος Αθηναίων είναι αδελφοποιημένος με τις παρακάτω πόλεις:- Κούσκο - Περού - 18/09/1991
- Κωνσταντινούπολη - Τουρκία
- Λος Άντζελες - ΗΠΑ - 10/02/1984
- Μόσχα - Ρωσία
- Νάπολη - Ιταλία
- Λευκωσία - Κύπρος - 28/06/1988
- Σεούλ - Νότια Κορέα
- Συρακούσες - Ιταλία - 18/07/2002
Σύμφωνο συνεργασίας πόλεων
Χάρτης πυκνότητας πληθυσμού 1928-2001
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου